9.8.17

ΑΝΑΣΤΑΣΗ Κ. ΠΗΧΙΩΝ: Ιστορικό Αρχείο Δήμου Καστοριάς



ΟΔΟΣ 26.1.2017 | 870
Πρέπει νά εἴμαστε ὑπερήφανοι ἐμεῖς οἱ Καστοριανοί πού εἴχαμε τήν τύχη νά γεννηθοῦμε στήν πόλη τῆς Καστοριᾶς ἤ στούς γύρω αὐτῆς οἰκισμούς, ἀπό τούς ὁποίους ἀνανεώνεται διαχρονικά ὁ πληθυσμός τῆς πόλεως, γιατί ὄχι μόνον ἡ περιοχή μας φημίζεται γιά τό κάλλος της πού τῆς προσδίδει ἡ λίμνη της, ἀλλά καί διότι ἡ γενέτειρά μας ἔχει μιά ἰστορία χιλίων πεντακοσίων καί πλέον ἐτῶν, κατοικούμενη ἀπό ἀμιγῶς ἑλληνικό πληθυσμό, ὅπως πολύ ὀρθά ἐπεσήμανε καί ὁ πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας στόν λόγο του κατά τήν πρόσφατη ἀναγόρευσή του σέ δημότη Καστοριᾶς.

Ἱστορικῶς ἀναφέρεται ὡς Καστορία ἀπό τόν Προκόπιο τόν ἱστορικό τῶν χρόνων τοῦ Ἰουστινιανοῦ (6ος αἰών μ.Χ.)· μέρος τῶν τειχῶν τῆς περιτειχίσεως τῆς πόλεως ἀπό τόν Ἰουστινιανὀ ὑφίστανται εἰσέτι στήν πόλη μας. Ἀναφέρεται ἐπίσης ἀπό τήν Ἄννα Κομνηνή στό ἱστορικό της ἔργο ¨Ἀλεξιάδα¨, στό ὁποῖο περιγράφεται ἡ βασιλεία τοῦ πατρός της Ἀλεξίου, (11ος αἰών) Αὐτοκράτορος τῆς Ἀνατολικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, στό ὁποῖο ἀναφέρεται καί ἡ ἀνακατάληψη τῆς Καστοριᾶς ἀπό τούς Νορμανδούς. Ἀπό τήν ἐποχή ἐκείνη καί μετά ἡ ἱστορία τῆς πόλεως εἶναι καταγεγραμμένη - ἐν πλίνθοις καί κεράμοις – στίς ἐκκλησίες τῆς πόλεως (ἡ Κουμπελίδικη εἶναι τοῦ 11ου αἰῶνος).


Ἡ Καστοριά καθ’ ὅλην τήν διάρκεια τῶν χρόνων τῆς Ἀνατολικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, τῆς κακῶς ἀναφερομένης ὡς Βυζαντινῆς, ἦταν μιά σφίζουσα ἀπό ζωή ἑλληνική πόλις στόν χῶρο τῆς Μακεδονίας, ἀμέσως μετά τήν συμβασιλεύουσα Θεσσαλονίκη, καθʹ ὅσον εὐρίσκετο εἰς τό μέσον σχεδόν τοῦ μήκους τῆς Ἐγνατίας ὁδοῦ, ἀπό τῆς Κωνσταντινουπόλεως μέχρι Δυρραχίου καί τῆς μόνης βατής καθʹ ὅλην τήν διάρκεια τοῦ ἔτους ἀπό Μακεδονίας πρός Ἰλυρίαν (νύν Ἀλβανίαν) δίοδον, διότι ἡ διάβασης διά τῆς Κρυσταλλοπηγῆς δέν ἀποκόπτεται καί ἀπό τίς πλέον δυσμενεῖς συνθῆκες τοῦ χειμῶνος. 



Εἶχε συνεχῆ καί ἀδιάπτωτο πολιτιστική ἐπαφή καί σχέση μέ τήν βασιλεύουσα Πόλη μέ ἀποτέλεσμα νά διακρίνεται γιά τόν πολιτισμό της, ὁ ὁποῖος ἀπεδίδετο μέχρι πρόσφατα ὅτι ἦ ταν ἀπότοκος στό ὅτι διατελοῦσε πόλις ἐξορίας ἐπιφανῶν προσωπικοτήτων τῆς αὐλῆς τοῦ αὐτοκράτορος, οἱ ὁποῖοι ἔπιπταν εἰς τήν δυσμένειά του.

Ἡ ἄποψη αὐτή καταρρίφθηκε ἐσχάτως γιατί νεώτερες ἱστορικές ἔρευνες άπέδειξαν ὅτι ἡ Καστοριά εἶχε ἀναπτύξει δικό της πολιτισμό, ὁ ὁποῖος ἀναπτύχθηκε ἀπό τούς γηγενεῖς ἄρχοντες τῆς πόλεως σέ συνδυασμό μέ τόν εἰσαγόμενο ἀπό τούς ἐξόριστους εὐγενεῖς τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἡ ἄποψη αὐτή ἐνισχύεται καί ἀπό τό γεγονός, ὅτι στά μακρά καί διάφορα χρόνια πού εἶχε ἀποκοπῆ ἀπό τό κέντρο τῆς αὐτοκρατορίας λόγω καταλήψεώς της ἀπό διαφόρους κατακτητές, Σέρβους (Στέφανος Δουσάν), Βουλγάρους (Σαμουήλ) καί κατόπιν ἀπό Ἀλβανούς ἄρχοντες καί τέλος ἀπό τούς Ὀθωμανούς, ὄχι μόνον διατήρησε τόν πολιτισμό της, ἀλλά ἀνέπτυξε δικό της, ἰδίως στήν ἀγιογραφία, τήν ἀναφερόμενη ὡς καστοριανή σχολή.


Στά πρώτα χρόνια τῆς ὀθωμανικῆς κατοχῆς ἡ Καστοριά πρέπει νά εἶχε μιά σχετική ἀνοχή ἀπό τίς ὀθωμανικές ἀρχές καί μιά κάποια εὐμάρεια, ἡ ὁποία πρέπει νά ἀποδωθεῖ στήν ἤδη ἀπό τά βυζαντινά χρόνια τέχνη τῆς ἐπεξεργασίας τῆς γούνας ἀπό τούς Καστοριανούς. Μέ τήν δωροδοκία τῶν τοπικῶν ἀρχόντων μέ γουναρικά, τά ὁποία εἶναι γνωστόν πόσο ἀρεστά ἦταν στούς Ὀθωμανούς, ἐπετύγχαναν τήν ἀνοχή τους καί ὀρισμένων προνομίων πράγμα πού ἀποδεικνύεται ἀπό τό ὅτι ἀφʹ ἑνός δέν κατεστράφησαν οἱ βυζαντινές ἐκκλησίες, ἀφʹ ἑτέρου ἐπέτρεψαν νά συντηρηθοῦν καί νά ἀγιογραφηθοῦν ὁρισμένες ἀπό αὐτές στά πρώτα χρόνια τῆς καταλήψεως τῆς πόλης ἀπό αὐτούς.


Ἀπό τόν 16ον – 17ον αἰῶνα παρατηρεῖται στήν Καστοριά μιά οἰκονομική ἀνάπτυξη λόγω ἀκριβῶς τῆς ἐπεξεργασίας τῆς γούνας καί τῆς ἐξαγωγῆς τῶν προϊόντων αὐτῆς κατʹ ἀρχάς στίς μεγάλες πόλεις τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας καί κατόπιν προοδευτικά στίς πόλεις τῆς κεντρικῆς Εὐρώπης καί τῆς Ρωσσίας.


Ἡ οίκονομική ἀνάπτυξη καί οἱ ἐμπορικές σχέσεις τῶν Καστοριανῶν γουναράδων μέ τίς μεγαλοπόλεις τῆς Εὐρώπης εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τήν πνευματική καί πολιτισμική ἀνάπτυξη τῆς καστοριανῆς κοινωνίας καί τοῦ τρόπου ζωῆς τῶν κατοίκων της. Μέ ἐμβάσματα, δωρεές καί κληροδοτήματα ἀποδήμων Καστοριανῶν πρός τήν γενέτειρά τους ἱδρύθηκαν σχολεῖα καί προσελήφθηκαν διαπρεπεῖς διδάσκαλοι, κτίσθηκαν τά ἀρχοντικά σπίτια στήν πόλη μας καί γενικά ὁ τρόπος ζωῆς εἶχε ἀναπτυχθεῖ σέ βαθμό πού προσομοίαζε περισσότερο μέ τόν εὐρωπαϊκό παρά τόν ἀνατολικό.



* * *


Αποχαιρετώντας τον 20ο αιώνα: Δύο ημέρες πριν το Millenium, την Πέμπτη 30 Δεκεμβρίου 1999, η ΟΔΟΣ αποχαιρετώντας τον 20ο αιώνα, αφιέρωσε το συλλεκτικό εκείνο φύλλο  με τίτλο «Αντίο» (αρ. 62), στους ανθρώπους που πέρασαν από την Καστοριά στην διάρκεια του 20ου αιώνα,  που εκείνες  τις ημέρες έδυε και χανόταν. Καταθέτοντας ταυτόχρονα με το φωτογραφικό υλικό που παρουσίασε, την πλούσια ιστορική μαρτυρία του απλού ανθρώπινου βλέμματος, βαθύτατα ζωηρού και αιώνια αποτυπωμένου (η φωτογραφία: εδώ)


* * * 

Ἡ Καστοριά ἧταν ἡ δεσπόζουσα πόλις τῆς περιοχῆς τῆς Ἄνω Μακεδονίας, ὅπως ὀνομάζετο ἀπό τούς ἀρχαιοτάτους χρόνους ἡ ὀνομαζόμενη σἠμερα Δυτική Μακεδονία, καί περιελάμβανε καί τήν περιοχή τοῦ Μοναστηρίου, τῆς Κορυτσᾶς καί τῆς Μοσχοπόλεως. Ἀναφέρω τό Μοναστήρι καί τήν Μοσχόπολη γιατί καί αὐτές ἧταν πλούσιες καί πολιτιστικῶς ἀνεπτυγμένες ἐλληνικές πόλεις πλήν ὅμως ὁ πληθυσμός τους ἧταν βλαχόφωνος ἑλληνικός, ἐνῶ στήν Καστοριά ὁμιλοῦσαν ὅλοι ἑλληνικά, ἀκόμη καί οἱ Τούρκοι καί Ἑβραίοι κάτοικοί της.


Στήν νύν Δυτική Μακεδονία ἡ Καστοριά, μέχρι τῆς ἀπελευθερώσεως ἀπό τούς Ὀθωμανούς τό 1912, ἐδέσποζε ἀπό πάσης ἀπόψεως, πολιτισμοῦ, τρόπου ζωῆς, παιδείας καί οἰκονομικῆς ἀναπτύξεως τῶν σημερινῶν πόλεών της, μέ σχετική ἐξαίρεση τήν Σιάτιστα λόγω τῆς ἐπεξεργασίας καί σέ αὐτήν τῆς γούνας, ἀλλά εἰς μικρότερον βαθμόν, καί ἀργότερα καί τῆς Κοζάνης. Ἀπό τίς ἄλλες νύν πόλεις, ἡ μέν Φλώρινα ἧταν ἕνα μεγάλο χωριό, τά Γρεβενά ἐπίσης, ἡ δέ Πτολεμαϊδα ἧταν τσιφλίκι ἑνός Μπέη, οὔτε κἄν χωριό.


Προέταξα, συνοπτικῶς, τήν μακραίωνα ἱστορική πορεία τῆς πόλεώς μας, γιά νά ἐπαναφέρω στήν μνήμη τῶν συμπατριωτῶν μας τήν παλαιά αἴγλη τῆς Καστοριᾶς καί νά τονίσω ὅτι ὁ χαρακτηρισμός της ὡς Βυζαντινῆς Ἀρχόντισσας ἀντιστοιχοῦσε πράγματι στήν πραγματικότητα καί ὄχι ὅπως κατάντησε σήμερα, νά θεωρεῖται ἄνευ ἀντικρίσματος ὅταν χρησιμοποιεῖται. 


Σέ ἐμᾶς τούς νύν Καστοριανούς, πολλοί τῶν ὁποίων εἶναι ἀπόγονοι τῶν παλαιῶν Καστοριανῶν, αὐτῶν οἱ ὁποῖοι μέ τήν πολιτείαν καί τά ἔργα τους συνέβαλαν στό νά ἀποκτήσει ἡ πόλη μας τήν αἴγλη της καί τόν ἀνωτέρω χαρακτηρισμό της, ἔλαχε ἡ ὑποχρέωση νά ἐργαστοῦμε ὥστε, ἄν ὅχι νά τήν ἐπαναποκτήσει, τουλάχιστον νά διατηρηθεῖ στήν μνήμη τῶν νεωτέρων γενεῶν. 


Αὐτό μπορεῖ νά ἐπιτευχθεῖ μόνον ἐάν κατορθώσουμε ὄχι νά ἀναβιώσουμε ἤ μιμηθοῦμε τήν πολιτείαν, τίς πράξεις καί τά ἔργα τῶν προγόνων μας, πράγμα ἀδύνατον λόγω τοῦ ὅτι οἰ οἰκονομικές, πολιτικές, κοινωνικές καί λοιπές συνθῆκες εἶναι τελείως διαφορετικές τῆς ἐποχῆς τους, ἀλλά νά διατηρήσουμε καί φυλάξουμε τά ὑπάρχοντα ἤδη στοιχεῖα στήν πόλη μας, τά ὁποία ἀποδεικνύουν τήν ἱστορικήν καί πολιτιστική πορεία της. 


Τά στοιχεῖα αὐτά, σπαράγματα πλέον τῆς παλαιᾶς δόξας, εἶναι τά τείχη πού τήν περιέβαλαν, οἱ βυζαντινές καί μεταβυζαντινές ἐκκλησίες καί οἱ ἐντός αὐτῶν τοιχογραφίες, οἱ φορητές εἰκόνες, τά ἀρχοντικά σπίτια μέ τήν ἰδιόμορφη ἀρχιτεκτονική τους καί ἡ ἐντός μερικῶν ἐξ αὐτῶν ὑπἀρχουσες τοιχογραφίες. Ὑπάρχουν ἐπίσης διάφορα κειμήλια, κώδικες καί λοιπά ἐπίσημα δημόσια ἔγγραφα τά ὁποία, μαζί μέ τά προαναφερθέντα ὑλικά στοιχεῖα, μᾶς δίνουν μιά ἀμυδρά εἰκόνα τῆς δημόσιας κυρίως ζωής τῆς πόλεως.


Ὅλα αὐτά ὅμως δέν μπορούν νά ἀποδώσουν τήν εἰκόνα τῆς καθημερινῆς ζωῆς τῶν κατοίκων της, τῶν σχέσεων μεταξύ τους καί γενικά λεπτομέρειες τοῦ τρόπου συμβιώσεώς τους. Ἡ ἁπλή, καθημερινή ζωή τῶν κατοίκων μιᾶς πόλεως μπορεῖ νά ἀπεικονισθεῖ μόνον ἐάν καταγραφοῦν πράξεις καί ἐνέργειες τῶν κατοίκων, πράξεις ρουτίνας τίς ὁποῖες ἐπιτελοῦν καί οἱ ὁποῖες θεωροῦνται δεδομένες, πλήν ὅμως εἶναι καθοριστικές τῆς εὔρρυθμης συμβιώσεώς τους. 


Ἐπίσης πάρα πολλά στοιχεῖα, τά ὁποία βοηθοῦν νά συλλάβουμε τήν πλήρη εἰκόνα μιᾶς χρονικῆς ἱστορικῆς περιόδου μιᾶς κοινωνίας, εἶναι ἡ γνώση τῶν ὑλικῶν ἀντικειμένων, τά ὁποία χρησιμοποιοῦσαν, χρηστικά ἀντικείμενα, ὅπως π.χ. οἰκιακά σκεύη, εἴδη ἐνδύσεως, ἐπιπλώσεως τῶν οἰκιῶν, ἐργαλεία καί λοιπά ἄλλα διάφορα στοιχεῖα. Ἐπίσης πολύ βοηθάει νά κατανοήσουμε τό πνεῦμα συμβιώσεως μιᾶς κοινωνίας καί τίς σχέσεις μεταξύ τῶν μελῶν της, ὁ γραπτός λόγος ὑπό οἰανδήποτε μορφή, ἐπιστολῶν, συνάψεων συμβάσεων καί ἐμπορικῶν συναλλαγῶν, προικοσυμφώνων καί διαθηκῶν, καταστατικῶν σωματείων καί συλλόγων καί ὅ,τι ἄλλο σχετίζεται μέ τίς διαπροσωπικές σχέσεις τῶν πολιτῶν μεταξύ τους καί μεταξύ αὐτῶν καί τῶν διαφόρων δημοσίων ἀρχῶν.


Τεράστια ἀξία ἔχουν ἐπίσης καί οἱ διάφορες φωτογραφίες οἱ ὁποῖες ἀπεικονίζουν στιγμιότυπα τόσον τῆς προσωπικής ζωής ἀτόμων, ὅσον καί τῆς συλλογικής ζωῆς, διαφόρων κοινωνικῶν ἐκδηλώσεων. Τήν ἀξία αὐτῶν τῶν στοιχείων τῆς καθημερινῆς ζωής τῆς Καστοριᾶς παλαιοτέρων ἐποχῶν, διέβλεψαν, εὐτυχῶς, ὁρισμένοι ρέκτες συμπολίτες μας, τά συνέλεξαν καί διέσωσαν πολλά ἀπό αὐτά. 


Ἔτσι σήμερα χάρη τοῦ ἀειμνήστου Βασίλη Σεκουλίδη καί τῶν συνεργατῶν του τοῦ Μουσικοφιλολογικοῦ Συλλόγου ¨Ἀρμονία¨ ἔχουμε στήν πόλη μας τό Λαογραφικό Μουσεῖο στό ἀρχοντικό Ἀϊβάζη, καί τό Δεληνάνειο Λαογραφικό Μουσεῖο στήν περιοχή Ντολτσό, ἔργο τοῦ Συλλόγου Κυριῶν. Ὁ ἀείμνηστος Γιώργιος Γκολομπίας διέσωσε, ἀνέδειξε καί παρουσίασε στό κοινό τίς ἀνεπανάληπτες φωτογραφίες τῶν Ἀδελφῶν Παπάζογλου, καί πολλά ἄλλα κειμήλια, πρόσφατα δέ ὁ συμπατριώτης μας ἀξιότιμος κ. Σπύρος Ἀναγνώστου συγκέντρωσε καί ἐξέδωσε σέ λεύκωμα μέ τίτλο ¨Ἀπόζαρι τῆς ψυχῆς / Καστοριά τῆς ψυχής¨ φωτογραφίες ἀπό τήν γειτονιά του τό Ἀπόζαρι. 


Ἐπίσης ὁ ἱστοριοδίφης ἀξιότιμος κ. Κωνσταντίνος Δούφλιας συνέβαλε καθοριστικά στήν διατήρηση τῆς ἱστορικῆς μνήμης μέ τίς δημοσιεύσεις του στήν ΟΔΟ ἱστορικῶν στοιχείων τοῦ γραπτοῦ λόγου. Ὁπωσδήποτε θά ὑπάρχουν καί ἄλλοι συμπολίτες μας οἱ ὁποῖοι συνέβαλαν ἤ συμβάλουν στήν διατήρηση τῆς ἱστορικῆς μνήμης, οἱ ὁποῖοι μέ διαφεύγουν καί δέν τούς ἀναφέρω, τούς παρακαλῶ νά μέ συγχωρήσουν. Ὅλοι αὐτοί, τούς ὁποίους πρέπει νά εὐγνωμονοῦμε, ὄχι μόνον μᾶς γνωρίζουν μέ τό ἔργο τους παρελθόντα πολιτισμό τῆς Καστοριᾶς, ἀλλά παρήγαγαν καί παράγουν συγχρόνως καί τώρα πολιτισμό καθʹ ὅσον ὅλο τό ἔργο τους εἶναι ἔργο πολιτισμοῦ.


Τό ἔργο τῶν ἀνωτέρω συμπολιτῶν μας, εἴτε συλλογικό, εἴτε ἀτομικό, ὅπως τῶν ἀνωτέρω ἀναφερομένων δέν καλύπτει τήν ἀνάγκη τῆς ἀνευρέσεως καί διάσωσης ὅσον τό δυνατόν περισσοτέρων μνημειακῶν στοιχείων, τά ὁποία πρέπει νά βρίσκονται ἀκόμη παραμελημένα σέ μπαούλα, σεντούκια καί φοριαμούς τῶν παλαιῶν καστοριανῶν σπιτιῶν, μέ ἀποτέλεσμα πολλές φορές οἱ κάτοχοί τους νά μήν γνωρίζουν τήν ἀνεκτίμητη ἀξία τους.


Ἡ ἀνεύρεση, συλλογή, ἀξιολόγηση, συντήρηση, διάσωση καί μελλοντική παρουσίασή τους στό κοινό, καθώς καί ἡ χρήση τους ἀπό τούς ἱστοριοδίφες καί ἱστορικούς, δέν πρέπει νά ἀφεθεῖ στίς εὐγενικές καί καθʹὅλα ἀξιόλογες ἐνέργειες μεμονωμένων προσώπων ἤ ὡς πάρεργον λειτουργούντων ἤδη συλλόγων. Πρέπει νά ἀναληφθεῖ ἀπό ἕναν φορέα μέ τίτλο «Ἱστορικό Ἀρχεῖο Δήμου Καστοριᾶς» ἤ «Ἵδρυμα Ἱστορικοῦ Ἀρχείου Δήμου Καστοριᾶς».


Σέ προηγούμενα ἄρθρα μου, στά ὁποία ἐναφερόμουν στήν ἵδρυση τοῦ ἐν λόγω ἀρχείου, τά ὁποία δημοσιεύθηκαν στήν ΟΔΟ στά φύλλα 690 / 2-5-2013, 767 / 4-12-2014 καί 839 / 9-6-0016, εἶχα προτείνει «Τό θέμα τῆς ἱδρύσεως τοῦ ἱστορικοῦ ἀρχείου μπορεῖ νά τεθεῖ πρός συζήτηση στό Δημοτικό Συμβούλιο καί ἐάν έγκριθεῖ ἡ ἵδρυσή του μπορεῖ νά ἀνατεθεῖ ἤ σέ μιά ὑπηρεσία τοῦ Δήμου ἤ σέ ἕναν ἀνεξάρτητο φορέα». Ἐπειδή δυστυχῶς οἱ ἑλληνικές δημόσιες ὑπηρεσίες εἶναι γνωστόν τίνι τρόπω λειτουργοῦν, προτείνω ἕναν ἄλλο τρόπο, ὁ ὁποῖος εἶναι δοκιμασμένος καί ἔχει ἤδη λειτουργήσει μέ ἄριστα ἀποτελέσματα. Ἀπαιτεῖται μόνον μία προϋπόθεση: νά ἐνστερνιθεῖ ἡ κοινωνία τῆς πόλεώς μας τήν ἀνάγκη τῆς ἱδρύσεως τοῦ Ἱστορικοῦ Ἀρχείου.


Ἡ πρότασή μου εἶναι νά ἀναλάβει τήν ἵδρυσή του ὁ ἰδιωτικός τομέας. Στήν πόλη μας τά Μουσεία Λαογραφικό, Δεληλάνειο καί τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγῶνα, εἶναι ἔργα ἰδιωτικῆς πρωτοβουλίας ἀντιστοίχων συλλόγων · τό Λαογρραφικό τοὺ συλλόγου ¨Αρμονία¨, τό Δεληλάνειο τοῦ συλλόγου Κυριῶν καί τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγῶνα τοῦ συλλόγου τῶν ¨Φίλων τοῦ Μουσείου¨. Προτείνω λοιπόν νά συσταθεῖ ἕνας σύλλογος ¨Φίλων τοῦ Ἱστορικοῦ Ἀρχείου¨ ὁ ὁποῖος καί νά ἀναλάβει τήν ἵδρυση καί λεiτουργία του ὑπό τήν αἰγίδα τοῦ Δήμου καί τήν ὑλικοτεχνική καί οἰκονομική βοήθειά του. 


Ὅλοι οἱ Καστοριανοί ἀγαποῦμε τήν ἰδιαιτέρα μας πατρίδα, φαντάζομαι ὅμως καί ἐλπίζω ὅτι ὑπάρχουν ἀρκετοί ἀπό τούς συμπολίτες μας, οἱ ὁποῖοι ἐπιθυμοῦν καί θέλουν νά διατηρηθεῖ στήν μνήμη τῶν ἐπερχομένων γενεῶν, καταγεγραμμένη, ἡ κοινωνική ζωή τῆς πόλεως, τόσο τῶν παρελθόντων χρόνων, ὅσο καί τῆς σύγχρονης ζωής. Ἐπαρκοῦν εἴκοσι μόλις ἄτομα γιά νά συσταθεῖ ὁ Σύλλογος τῶν Φίλων τοῦ Ἱστορικοῦ Ἀρχείου. Μεταξύ αὐτῶν θά ὑπάρχουν ἀσφαλῶς καί ἕνας ἤ δύο νομικοί, οἱ ὁποῖοι θά συντάξουν τό καταστατικό καί θά προβοῦν στίς ἀπαιτούμενες ἐνέργειες γιά τήν νομιμοποίησή του.


Σέ σχετικό ἄρθρο μου πού δημοσιεύθηκε στήν ΟΔΟ, ἀριθ. φύλλου 839 τῆς 9ης.6.2016 πρότεινα ὀ Σύλλογος νά τεθεῖ ὑπό τήν αἰγίδα τοῦ Δήμου, ὁ ὁποῖος καί «νά διαθέσει τόν χώρο γιά γραφεῖο τοῦ Συλλόγου καί γιά τήν τοποθέτηση τῶν ἀρχειοθηκῶν.


Ἐπειδή μπορεῖ νά τεθεῖ τό θέμα τοῦ οἰκονομικοῦ κόστους, λόγω τῆς οἰκονομικῆς κρίσεως καί τῶν περικοπῶν τῶν δημοτικῶν ἐσόδων, ὁ Δῆμος θά ἐπιβαρυνθεῖ μόνον μέ τόν ἐξοπλισμό τῶν ἀρχειοθηκῶν ἑνός γραφείου καί ἑνός ἡλεκτρονικοῦ ὑπολογιστοῦ, ἀναγκαίου γιά τήν καταγραφή τῶν πρός ἀρχειοθέτηση στοιχείων, καί νά διαθέσει ἕναν ἤ μία ὑπάλληλο, μετακλητό ἀπό ἄλλη ὑπηρεσία, ἤ νά προσλάβει ἕναν ἤ μία ὑπάλληλο πού νά γνωρίζει νά χειρίζεται πολύ καλά ἡλεκτρονικό ὑπολογιστή, μέ σύμβαση ἔργου καί τόν κατώτερο μισθό».


Πιστεύω ὅτι μέ τήν ὀρθή καί ἔγκυρο ἐνημέρωση τῶν συμπολιτῶν μας τοῦ σκοποῦ τής ἱδρύσεως τοῦ ἱστορικοῦ Ἀρχείου ἀπό τά ἔντυπα καί ἡλεκτρονικά μέσα ἐνημέρωσης τῆς πόλεώς μας καί τό κύρος τοῦ Συλλόγου, ὅλοι οἱ συμπατριῶτες μας Καστοριανοί θά ἀνταποκριθοῦν θετικά καί θά προσφέρουν ὄ,τι ἔντυπο ὑλικό διαθέτει ὁ καθένας, τό ὁποῖο ἀναφέρεται στήν ζωή τῆς πόλεως· τό ἀπέδειξαν ἐξ ἄλλου ἐμπράκτως μέ τήν προσφορά τῶν Ἀποζαρινῶν στήν συλλογή φωτογραφιῶν γιά τό λεύκωμά τοῦ κ. Σπύρου Ἀναγνώστου.


Ὅλα τά ἀνωτέρω τά γράφω γιατί πιστεύω ἀκράδαντα ὅτι πρέπει νά διατηρήσουμε τήν ἱστορική μας μνήμη, γνωστοῦ ὄντως ὅτι λαός ὁ ὁποῖος δέν ἔχει μνήμη ἤ τήν ἔχασε, δέν ἔχει μέλλον. Εἶναι καιρός πλέον νά ἀνακόψουμε τήν κατιοῦσα πορεία τῆς ἰδιαιτέρας μας πατρίδας ἀπό τήν προτέραν της πολιτιστικῶς ἡγεμονεύουσας θέσεως τήν ὁποίαν κατεῖχε είς τήν περιοχήν τῆς ἄλλοτε Ἄνω καί νύν Δυτικῆς Μακεδονίας καί ὡς πρῶτο μέτρο θά πρέπει νά εἶναι ἡ ἔμπρακτη ἀγάπη μας πρός Αὐτήν. Γένοιτο.




Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 26 Ιανουαρίου 2017, αρ. φύλλου 870


Επιλογές:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ