9.12.17

ΝΙΚΟΛΑΟΥ Ι. ΜΕΡΤΖΟΥ: Το τριπρόσωπο του Μακεδονικού Αγώνα


ΟΔΟΣ 1.6.2017 | 888

ΠΗΝΕΛΟΠΗ ΔΕΛΤΑ - ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ - ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ*


Επιμέλεια: Ν. Τσίγκας

Στην κυρία Μίτση Πικραμένου οφείλουμε πολλές χάριτες όλοι οι Έλληνες διότι στα εμπεριστατωμένα έργα της ξαναζωντανεύει γλαφυρά με συναρπαστική ροή και την πληρέστερη δομή τρεις εμβληματικές προσωπικότητες του Ελληνισμού βαθιά δεμένες μεταξύ τους: Ίων Δραγούμης, Παύλος Μελάς και Πηνελόπη Δέλτα. Τους προφέρει οδηγούς στις νεότερες γενεές. Πολύ περισσότερες χάριτες της οφείλουμε εμείς οι Μακεδόνες διότι και οι τρεις τους σημάδεψαν ανεξίτηλα τη Μακεδονία μας.

Ο Ίων Δραγούμης πρώτος κήρυξε και οργάνωσε τον Αγώνα για τη σωτηρία της Μακεδονίας που την αυγή του 20ου αιώνα θεωρούσαν ήδη χαμένη υπόθεση στην Αθήνα αυτοί που ο ίδιος ονόμαζε περιφρονητικά «Βραχμάνες του Γένους». Κήρυξε: «Έλληνες, σώστε τη Μακεδονία και η Μακεδονία θα μας σώσει». Προικισμένος νέος με βαθιά ευρωπαϊκή παιδεία παρέμεινε αφιερωμένος στον Ελληνισμό και διέθετε πλατειά στρατηγική αντίληψη του Γένους. Διπλωμάτης, νέος μόλις 24 ετών, το 1902 ζήτησε και ανέλαβε Γραμματέας του Ελληνικού Προξενείου στο Μοναστήρι, στο Βόρειο Τείχος του Μακεδονικού Ελληνισμού. Είχε οικογενειακή παράδοση. 

Όταν ο Ίων γεννιόταν, ο πατέρας του Στέφανος, Πρόεδρος της Επιτροπής των Μακεδόνων στην Αθήνα, είχε οργανώσει τον Φεβρουάριο του 1878 την Επανάσταση των Μακεδόνων κατά της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου η οποία ίδρυε στην Μεγάλη Βουλγαρία. Στα παλαιά γιατάκια του πατέρα του ο Ίων ανέπτυξε την οργάνωση Εθνική Άμυνα - το προζύμι του Μακεδονικού Αγώνα. Σύζυγος της αδελφής του Νάτας και προ πάντων αδελφικός του φίλος ήταν ο Παύλος Μελάς - οκτώ χρόνια μεγαλύτερός του. Μ’ αυτούς τους δυο αδελφωμένους αντρειωμένους έκλωσε η Κλωθώ την Μοίρα της Μακεδονίας. Η Πηνελόπη Δέλτα διέσωσε, ύμνησε και δίδαξε σε αλλεπάλληλες γενεές τον Μακεδονικό Αγώνα στον οποίον την είχε μυήσει ο αγαπημένος της Ίων με τα βιώματά του και με το βιβλίο του «Μαρτύρων και ηρώων αίμα». Έως τότε και έως τις επόμενες δύο ελληνικές γενεές ο Μακεδονικός Αγώνας δεν διδάσκονταν στα σχολεία. Την μνήμη του, τα παθήματά του και την δόξα του μας δίδασκε η Πηνελόπη Δέλτα. Ιερό Ευαγγέλιο τα βιβλία της περνούσαν χέρι-χέρι στα παιδιά και γέμιζαν τα μάτια δάκρυα, την καρδιά υπερηφάνεια και τον νου εθνική αυτογνωσία.

«Στα Μυστικά του Βάλτου» η Πηνελόπη Δέλτα αποκαλύπτει κάτι παραπάνω: το δράμα του Σλαβόφωνου Μακεδονικού Ελληνισμού και την άχρι θανάτου αφοσίωσή του στο Βασιλικόν Γένος των Ρωμαίων. Γενεές ολόκληρες μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας το μικροελλαδίτικο Κράτος της Αθήνας μεταχειρίζονταν σκαιά ως πολίτες τρίτης κατηγορίας τους γηγενείς Μακεδόνες επειδή απλώς σλαβοφωνούσαν. Αδιαφορούσε ή απλώς αγνοούσε ότι αυτοί έδωσαν τους πρώτους καπετάνιους του Αγώνα, προτίμησαν να σφαγούν παρά να δηλώσουν Βούλγαροι, τροφοδότησαν, οδήγησαν και στον βαρύ χειμώνα έκρυψαν όλα τα σώματα των Μακεδονομάχων.

«Στα Μυστικά του Βάλτου» ο Βασίλης αναζητεί τον χαμένο μικρό γιό του και βρίζει «βουλγαρόπαιδο» τον μικρό Γιοβάν. Αλλά ο Γιοβάν θυσιάζεται για να σώσει τον καπετάν Άγρα και μόνον τότε ο Βασίλης εννοεί ότι το «βουλγαρόπαιδο» ήταν ο χαμένος γιός του. Πολύ αργά.

Τέλη του 18ου αιώνα ήδη η οικογένεια Δραγούμη εξόρμησε από το Βογατσικό. Δικαιωματικά, λοιπόν, τον Ίωνα παρουσιάζει σήμερα ο κ. Νώντας Τσίγκας από το Βογατσικό. Ας επιτραπεί, ωστόσο, να σημειώσω ότι ο Ίων περιέγραψε με εκπληκτική ενάργεια πριν εκατόν δέκα χρόνια την κατάσταση της σημερινής Ελλάδας, τις προκλήσεις και τις ποικίλες ηγεσίες της. Συνοψίζω κατά λέξη όσα ακριβώς έγραψε:
Οι Έλληνες της Ελλάδος, ας τους πούμε οι ελλαδικοί, συνταύτισαν στο μυαλό τους το ελληνικό κράτος, τη μικρή Ελλάδα, με το Ελληνικό Έθνος. Ξέχασαν το Ελληνικό Έθνος, τη Ρωμιοσύνη, τον Ελληνισμό. Και η αντίληψη της τελειότητας γι’ αυτούς είναι ένα άλλο, όποιο και νάναι, κράτος της Ευρώπης με προκοπή. Άγγλοι, Γάλλοι και Γερμανοί έγραψαν βιβλία επιστημονικά για το κράτος τους, ο καθένας για το δικό του. Και οι Έλληνες επιστήμονες (;) πήραν τα βιβλία αυτά και τα μετάφρασαν κατά γράμμα στα ελληνικά και είπαν: ‘Αυτό γίνεται στην Αγγλία. Λοιπόν, αυτό πρέπει να γίνεται και στην Ελλάδα’. Πήραν την Αγγλία και την Ελλάδα για ισότιμα Κράτη.
Το Σύνταγμα θέλησε να δώσει στο Έθνος αντιπροσώπους και είπε να υπάρχουν βουλευτές. Επρόκειτο αυτοί οι βουλευτές να αντιπροσωπεύουν το Έθνος. Αλλά η πραγματικότητα τα χάλασε όλα και οι βουλευτές βρέθηκαν αντιπρόσωποι μιας μικρής επαρχίας και δεν είχαν κανένα συμφέρον να καταγίνουν με το Έθνος. Τους έφτανε που φρόντιζαν τις μικροδουλειές των πελατών τους, των εκλογέων.
Οι Ελλαδίτες πολιτικοί κατάντησαν να συνταυτίσουν με τον νου τους Κράτος και Έθνος. Έκαναν την ανικανότητά τους θεωρία. Εύκολο να πλάσει το μυαλό τους το πρότυπο του τέλειου Κράτους. Δεν είχαν παρά να στρέψουν να κοιτάξουν όποιο κράτος της Ευρώπης και μάλιστα από τα μεγάλα Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία. Και οι επιστήμονες και οι νομοθέτες δεν έκαναν άλλο παρά να αντιγράφουν, να παραφράζουν ή να μιμούνται βιβλία, συντάγματα, νόμους, θεσμούς. Αντίγραφαν νόμους φράγκικους και συντάγματα ισοπεδωτικά. Τους νέους τους έστελναν στην Ευρώπη για να σπουδάσουν ευρωπαϊκά και, άμα ξαναγύριζαν με ένα δίπλωμα στο χέρι, τους είχαν για θεούς. Οι μικροί αυτοί διπλωματούχοι θεοί, παραφουσκωμένοι από ξένη μάθηση κακοχωνεμένη, πολεμούσαν να κλονίσουν ακόμη περισσότερο την πεποίθηση των Ρωμιών στον εαυτό τους. Όμως, το Κράτος δεν έγινε για το Κράτος. Ειδεμή τι ενδιαφέρον θα είχε; Είναι παιδί του Έθνους, καρπός του, γέννημά του και γι’ αυτό τού έχει κάποια σημαντική υποχρέωση -να το φυλάγει.
Όχι από κάτω παρά από πάνω θα αρχίσει ο ξαναγεννημός. Ας φωτιστούν οι μορφωμένοι, ας λουστούν τα φεγγερά και διάφανα νερά της λαϊκής ψυχής, ας συνταραχθούν και ας θελήσουν κάτι. Και ο λαός θα τους ακολουθήσει. Προ πάντων θα είναι γνήσιοι και ξάστεροι και καθάριοι, όχι παρδαλοί και μπογιατισμένοι και ψεύτικοι. Αυτόφωτοι και όχι ετερόφωτοι. Και οι πράξες τους θα δείχνουν αυτοπεποίθηση, αυτογνωσία, αυτοβουλία. Και δε θα φοβούνται τίποτα, ούτε την κοινή γνώμη που είναι ο τρομερώτερος δράκος.

Η Ιστορία αντάμειψε και ταυτόχρονα καταδίκασε τον Ίωνα. Διπλωματικός σύμβουλος του Γενικού Στρατηγείου, με τον βαθμό του δεκανέα, τον Οκτώβριο 1912 διαπραγματεύθηκε την παράδοση της Θεσσαλονίκης όπου την επομένη ύψωσε πρώτος την ελληνική σημαία. Το 1920, μετά την απόπειρα δολοφονίας του Ελευθερίου Βενιζέλου στο Παρίσι, κατήλθε από την Κηφισιά, από το σπίτι της αγαπημένης του Μαρίκας Κοτοπούλη, για να κατασιγάσει τις εμφύλιες συγκρούσεις στην Αθήνα. Τα βενιζελικά Τάγματα Ασφαλείας τον συνέλαβαν. Ο Εμμανουήλ Μπενάκης, πατέρας της Πηνελόπης Δέλτα, ήλθε, μπορούσε να τον σώσει αλλά δεν τον έσωσε. Μπορεί να έδωσε και το σύνθημα. Τον εξετέλεσαν καταμεσής του δρόμου. Διοικητής των δολοφόνων ήταν ένας Μακεδονομάχος από την Ασή Γωνιά της Κρήτης, ο Παύλος Γύπαρης. Μετά εβδομήντα περίπου χρόνια στη Θεσσαλονίκη αποκαλύφθηκε στην πλατεία Μακεδονομάχων ο ορειχάλκινος ανδριάντας του Ίωνος αντίκρυ στην Αχειροποίητο και τιμητική φρουρά του πίσω Μακεδονομάχοι σε μαρμαρένιες προτομές. Ανάμεσά τους ο Παύλος Γύπαρης.

Με το αίμα του ο Ίων συμβολίζει τον Εθνικό Διχασμό. Ήταν μόλις 42 ετών όταν τράβηξε μόνος του προς τον θάνατο. Ο αδελφοποιητός του Παύλος Μελάς διάλεξε επίσης την θυσία. Έπεσε στα 34 του χρόνια.

Ο Παύλος Μελάς υπήρξε ο Αμνός του Γένους. Εισήλθε Αρχηγός ενόπλου σώματος στη Μακεδονία με την απόφαση να θυσιασθεί ώστε η θυσία του να σώσει την Μακεδονία. Η απόφασή του να ανέλθει στο Ιερόν Θυσιαστήριον προκύπτει από τις επιστολές του που κάθε μέρα έγραφε στην αγαπημένη του Νάτα. 

Αριστοκράτης καλομαθημένος και πατέρας δυο μικρών παιδιών ήταν ανθυπολοχαγός του πυροβολικού, προσωπικότητα της ανωτάτης αθηναϊκής κοινωνίας και φίλος των Πριγκήπων. Ο πατέρας του Μιχαήλ βαθύπλουτος και Δήμαρχος Αθηναίων. Πεθερός του ο εξέχων πολιτικός Στέφανος Δραγούμης, πρώην υπουργός των Εξωτερικών και μετά Πρωθυπουργός. Αφιερώθηκε, όμως, στην Πατρίδα. Δεν μπορούσε να σηκώσει την αντάρτικη ζωή αλλά βγήκε στο κλαρί. Τα χοντρά τσαρούχια τον πλήγωναν, η βαριά κάπα τον βάραινε, η ζωή του αντάρτη στην ύπαιθρο ήταν σκληρότατη και του ήταν άγνωστη. Επτά μερόνυχτα έβρεχε συνεχώς. 2 Οκτωβρίου 1904: «Βρέχει, βρέχει, βρέχει, φρίκη!»

Δεν ήλθε να σκοτώσει αλλά να φέρει την ειρήνη. Αγαπούσε. Στο στήθος του, πάνω από την καρδιά, έφερε τον Σταυρό. Και μέσα στην καρδιά του αγάπη μόνον. Ήλθε για να συμφιλιώσει, όχι να σκοτώσει. Στο Στρέμπενο (Ασπρόγεια) συνέλαβε τους δολοφόνους του παπα-Δημήτρη για να τους δικάσει αλλά εκείνοι πετάχτηκαν να φύγουν και οι ευθύβολοι Κρητικοί τους χτύπησαν στο φτερό. Ο Παύλος έκλαψε πικρά. «Ποιος είμαι εγώ να τους φονεύσω; Με ποιό δικαίωμα; Εγώ ήλθα δια να ειρηνεύσω τον τόπον». Οι γηγενείς Μακεδόνες ένιωσαν την αγάπη του και αμέσως τον αγάπησαν. Παρά τις απειλές αρνήθηκαν να στρατευθούν εναντίον του: «Οι Βούλγαροι όλον απειλούν ότι θα μου επιτεθούν, 400 τον αριθμόν, αλλά δεν δύνανται να σηκώσουν τους χωρικούς». Η θυσία του τους συγκλόνισε και τους συσπείρωσε στον ιερό σκοπό του.

Απεφάσισε να θυσιασθεί για να αφυπνίσει το Έθνος. Και το πέτυχε. Είχε πάρει την απόφασή του εξαρχής. Με προορισμό τη Μακεδονία τον Αύγουστο του 1904 εισήλθε στην παραμεθόριο τότε Λάρισα μυστικά διότι την επιτηρούσαν στενά οι Τούρκοι πράκτορες. Κατέλυσε κρυφά στο αρχοντικό του ιατρού Μιχαήλ Σάπικα αλλά εξήλθε με κλειστή άμαξα και φωτογραφήθηκε ωραίος και ευσταλής, πανύψηλος και αρειμάνιος μέσα στον μαύρο μακεδονίτικο ντουλαμά του με το τουφέκι στο χέρι. Στέλνει αυτήν την φωτογραφία στη Νάτα και της ορίζει να την κρατήσει κρυφή «έως ότου σημάνει η Ώρα». Ήταν αποφασισμένος να συναντήσει την Υστάτη Ώρα ώστε να κινήσει μπροστά τους ωροδείκτες του Ελληνισμού στο Μεγάλο Ρολόϊ της Ιστορίας. Σάββατο πρωί 21η Αυγούστου συμπληρώνει στη Λάρισα το γράμμα του: 
«Αναλαμβάνω αυτόν τον αγώνα με όλην μου την ψυχήν και με την ιδέαν ότι είμαι υποχρεωμένος να τον αναλάβω. Είχον και έχω την ακράδαντον πεποίθησιν ότι δυνάμεθα να εργασθώμεν εν Μακεδονία και να σώσωμεν πολλά πράγματα. Έχων δε την πεποίθησιν ταύτην, έχω και υπέρτατον καθήκον να θυσιάσω το πάν».

Παρασκευή 27η Αυγούστου 1904 περνάει από τη Θεσσαλία στη Μακεδονία ως Αρχηγός Δυτικής Μακεδονίας με 60 ενόπλους Μακεδόνες, Κρητικούς, Μωραΐτες κ.α. αδελφούς. Έφερε το ψευδώνυμο Μίκης Ζέζας. Μίκης ονομάζονταν ο μικρός γιος του Μιχαήλ και Ζέζα η κόρη του Ζωή. Πριν διαβεί την οριογραμμή μετέλαβε των Αχράντων Μυστηρίων στο Μοναστήρι της Μερίτσας. Γράφει: 
«Ουδέποτε με τόσην κατάνυξιν μετέλαβα. Ο νους μου διαρκώς εστρέφετο προς Εκείνον ο οποίος χάριν ημών και της Θείας Θρησκείας Του υπέστη το μαρτύριον. Το μέγεθος της θυσίας Του, το μέγεθος της αποστολής Του μ’ έκαμναν να αισθάνωμαι πόσον μικροί και πόσον μακράν Αυτού ευρισκόμεθα, αλλά και συγχρόνως μ’ ενεθάρρυναν. Αισθάνομαι τώρα ισχυρός, γενναίος και καλύτερος, έτοιμος να κάμω τα πάντα.
Χαίρε, αγάπη μου, μη με σκέπτεσαι πλέον εμένα, αλλ’ ευχήσου διά την επιτυχίαν της αγίας αποστολής μας. Φίλησε την μητέρα μου και τους αδελφούς μου ως επίσης όλην την αγίαν ελληνικήν και χριστιανικήν οικογένειάν σου. Τα παιδιά φιλώ και ευλογώ».
Στις 2 Οκτωβρίου 1904, έντεκα μέρες πριν σκοτωθεί, γράφει στην αγαπημένη του από τη Μπελκαμένη (Δροσοπηγή): «Βρέχει, βρέχει, βρέχει. Φρίκη. Σου γράφω υπό ραγδαίαν παγωμένην βροχήν· ως και η κάπα μου στάζει. Σε φιλώ άλλην μίαν φοράν και σου εύχομαι, αγάπη μου, ευτυχίαν και χαράν εις τον βίον σου».
Ο τρομερός καπετάνιος Μίκης Ζέζας, φόβητρο των επιδρομέων και καταφυγή των κατατρεγμένων, δεν είναι υπεράνθρωπος. Είναι απλώς άνθρωπος. Πονάει, υποφέρει, νοσταλγεί, αμφιβάλλει, αλλά παρά ταύτα προχωρεί. Προς τον Σταυρόν.
Είναι Τετάρτη 13 Οκτωβρίου 1904, ώρα πέντε το απόγευμα, και στα Κορέστεια αρχίζει να σουρουπώνει. Εσήμανε ο Εσπερινός στη Στάτιτσα. Αύριον ξημερώνει η δωδεκάτη επέτειος των γάμων του. Λίγες ημέρες ενωρίτερα έγραφε στην αγαπημένη του: «Νάτα μου, Μετά τινας ημέρας είναι η επέτειος των γάμων μας η δωδεκάτη. Πόσας αναμνήσεις θα μου φέρη η ημέρα αυτή εν μέσω έργου τόσον φοβερού και αγρίου! Θα είναι παρηγοριά ή θα με λυπήση περισσότερον, όταν έλθη;».

Εκείνη η επέτειος δεν ήλθε ποτέ. Το ίδιο βράδυ έπεσε νεκρός. Στο μεγάλο ρολόι της Ιστορίας εσήμανε η Ώρα της Μακεδονίας. Ο Θάνατος του Παλληκαριού αφύπνισε την Αθήνα. Συνήγειρε όλον τον Ελληνισμό. Από την Κρήτη και τη Μάνη, από τα αιγαιοπελαγίτικα νησιά και την Κύπρο, από τη Ρούμελη, την Ήπειρο και τον Μοριά έτρεξαν οι ψυχωμένοι στη Μακεδονία, πολέμησαν, έπεσαν και την έσωσαν. 

Ο Κωστής Παλαμάς του αφιέρωσε στίχους της καρδιάς:
Σε κλαίει λαός. Πάντα χλωρό να σειέται το χορτάρι / στον τόπο που σε πλάγιασε το βόλι, ω παλληκάρι! Πανάλαφρος ο ύπνος σου του Απρίλη τα πουλιά σαν του σπιτιού σου να τ’ ακούς λογάκια και φιλιά / και να σου φτάνουν του χειμώνα οι καταρράχτες σαν τουφεκιού αστραπόβροντα και σαν πολέμου κράχτες. / Πλατιά του ονείρου μας η Γη και απόμακρη. Και γέρνεις εκεί και σβεις γοργά. / Ιερή στιγμή! Σαν πιο μακριά σαν πιο κοντά του ονείρου μας η γη.

Εμείς οι Μακεδόνες, εκεί στα άκρα, τον τραγουδούμε πάντα σαν κινούμε την χαρά μας: Σαν τέτοια ώρα στο βουνό ο Παύλος λαβωμένος ... 
Λαλούν τα κλαρίνα, βογγούν τα χάλκινά μας. Τουφεκούμε. Και πότε-πότε κλαίμε.




1. Ίωνος Δραγούμη, Ο Ελληνισμός μου και οι Έλληνες 1903-1909, Ελληνικός Πολιτισμός 1913, Αθήνα 1927, σελ.59, 108-109, 136-137, 152, 171, 178, 197, 210-211.

(*) Το κείμενο αποτέλεσε την εισήγηση του κ. Ν.Ι. Μέρτζου κατά την παρουσίαση της 2ης αναθεωρημένης έκδοσης της Βιογραφίας του Ίωνα Δραγούμη της κ. Μήτσης Πικραμένου με τον τίτλο «Δεν έκαμα στη ζωή ό,τι ήθελα μα τόσο μπόρεσα....» (που ολοκλήρωσε τη σειρά «Αλληλένδετες βιογραφίες») στις 13 Μαΐου 2017 κατά την διάρκεια της 14ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου της Θεσσαλονίκης. 

Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 1 Ιουνίου 2017, αρ. φύλλου 888


2 σχόλια:

  1. Ευθύμιος Νάτσης [facebook]9/12/17

    Kαι Γερμανός Καραβαγγέλης..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ανώνυμος10/12/17

      ...με μόνη τη διαφορά πως ...όταν εσύ πήγαινες ο Νίκος Μέρτζος γύριζε!

      Διαγραφή

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ