21.5.18

ΧΡΥΣΟΥΛΑΣ ΠΑΤΡΩΝΟΥ ΠΑΠΑΤΕΡΠΟΥ: Η επίμονη συκιά




Δώδεκα κλαδιά (μήπως κορμοί;) ανηφορίζουν γυμνά, ύψους τουλάχιστον δύο μέτρων, γκρίζα, γειρτά, λεία, σαν να αποφεύγουν το ένα το άλλο μετά από έντονη λογομαχία, και καταλήγουν σε ένα ανάγλυφο, σκουροπράσινο φύλλωμα. Άλλα πιο χοντρά, άλλα λεπτότερα, μπράτσα μικρών παιδιών θα έλεγες, όλα όμως διαγράφουν μια ξεχωριστή πορεία στο δρόμο τους για τα ψηλά. Η διάμετρος του σχηματιζόμενου στο έδαφος κύκλου από τα κλαδιά αυτά, είναι δεν είναι δύο μέτρα.
Σε μια ξερολιθιά επάνω στέκονται. Την έφτιαξαν επίτηδες για κείνα; Ή διάλεξαν τα ίδια το μέρος αυτό για να αναπτυχθούν και να δημιουργήσουν τον περίτεχνο και μυστηριώδη κύκλο; Πίσω τους ακριβώς, προβάλλει ένας ολόγυμνος βράχος στα ριζά της ανηφοριάς, που οδηγεί αρκετά απότομα, σε δύο χαμόσπιτα, κρυμμένα από αμυγδαλιές και αγκαθωτούς θάμνους. Ποτέ δεν φάνηκαν οι ένοικοί τους, μόνο φωνές και βωμολοχίες ακούγονται μέχρι κάτω στο δρόμο, και κακαρίσματα. Πάρα δίπλα, στο παράλληλο προς το δρόμο έδαφος, στέκει ένας πελώριος πλάτανος και τα κλωνάρια του σκεπάζουν τα δώδεκα κλαδιά και τις φυλλωσιές της παιχνιδιάρας της συκιάς. Στην άλλη άκρη της ξερολιθιάς, κι αφού στο μεσοδιάστημα κατηφορίζει μέχρι το δρόμο ένας ανώμαλος, όλο γωνίες και βρύα βράχος, ίδιος στο χρώμα με τα κλαδιά της συκιάς, αρχίζει η περιφραγμένη αυλή μιας διώροφης, μακρόστενης οικοδομής. Από την οικοδομή αυτή βγαίνει κάθε πρωί, εκεί λίγο μετά την ανατολή του ήλιου, μια διπλωμένη στα δυο γριούλα, κρατώντας την πολυκαιρισμένη, ψάθινη σκούπα της. Κατευθύνεται προς την ξερολιθιά, κοιτάζει τα κλαδιά του κύκλου, και με αργές κινήσεις απομακρύνει κάθε φύλλο ή σκουπιδάκι που έχει καταλήξει στο λείο χώμα, ανάμεσά τους. Αφού σιγουρευτεί ότι όλα είναι πεντακάθαρα, απομακρύνεται και μπαίνει στην περιφραγμένη αυλή για να συνεχίσει εκεί τώρα το σχολαστικό σκούπισμα.

Έτσι κυλάει κάθε μέρα, μέχρι που ένα πρωινό, γύρω από την ξερολιθιά, αντικρίζει η καλή μας η γριούλα ένα πλαστικό δικτυωτό πλέγμα, σε χτυπητό πράσινο χρώμα και μέσα στην περίφραξη μερικές κότες να τσιμπολογούν και να κακαρίζουν φλύαρα. Άφωνη κοιτάζει τη νέα κατάσταση του προστατευόμενού της κύκλου με τα κλαδιά της συκιάς. Ποιος έκανε την περίφραξη, ποιος έφερε τις κότες, ποιος, το χειρότερο απ’όλα, διάλεξε αυτό το χρώμα, σωστό δηλητήριο φιδιού, που προσβάλλει ξεδιάντροπα το όμορφο πράσινο των γύρω δέντρων, και προπαντός των κλαδιών της συκιάς; Στέκει η καημενούλα με τη σκούπα στο χέρι, ανήμπορη να καταλάβει τι έγινε και τα μάτια της βουρκώνουν. Αμέσως μετά, αποφασίζει να δράσει: με όλη της τη δύναμη αρχίζει να ξηλώνει την προσβλητική περίφραξη, ενώ οι κότες τινάζονται έντρομες και με τις στριγκές κραυγές τους προσπαθούν να ξεφύγουν από τη φουρκισμένη γυναίκα. Μαζεύει το αποκρουστικό πλαστικό και το πετάει στην άλλη άκρη του δρόμου, κοντά στον πελώριο κάδο απορριμμάτων. Αρχίζει τώρα την καθημερινή της λάτρα· γεμάτος ο τόπος κουτσουλιές! “Σαν δεν ντρέπονται όλοι τους! Ούτε λιγάκι σεβασμό στα όμορφα κλαδιά μου,” μονολογεί και απομακρύνεται, συγχυσμένη μεν, ευχαριστημένη δε, που ξαναμπήκε τάξη στο μαγικό της κύκλο.

Για μερικές μέρες, η ζωή ξαναπαίρνει τον συνηθισμένο της ρυθμό, αλλά ξημερώνοντας Κυριακή, μουντή και συννεφιασμένη, αυτό που βλέπει η γριούλα, της κόβει την ανάσα: όλα τα κλαδιά κομμένα με πριόνι χαμηλά, σχεδόν μέχρι το έδαφος· και παρατημένα εκεί, στο πεζούλι επάνω, που έχει γεμίσει φύλλα και πριονίδι...

Δεν ξαναφάνηκε στο δρόμο η κηδεμόνας της συκιάς, ούτε καν στην περιφραγμένη αυλή. 'Ώσπου την επόμενη χρονιά, εκεί κάπου στα τέλη του χειμώνα, ξεφύτρωσαν στα ίδια ακριβώς σημεία που είχαν κοπεί τα κλαδιά, δώδεκα νέα, μικρά, τρυφερά βλαστάρια. Η γριούλα βγήκε και πάλι πρωί πρωί στην πιάτσα. Έφτιαξε δικό της χαμηλό, καλαμένιο φράχτη και άρχισε την καθημερινή της απασχόληση, σε ώρες αξημέρωτες πια. Σαν να ψήλωσε, φάνηκε στους περαστικούς, λες και τα βλαστάρια της επίμονης συκιάς νιάτα της χάρισαν και όρεξη για χρόνια πολλά, μέχρι να μεγαλώσουν όλα τα κλαδιά, και πάλι αρχαίο χορό να στήσουν.

Φωτογραφία: Ανρί Ματίς | Henri Matisse (1869-1954), Φύλλα συκιάς | Feuilles de figuier, φθινόπωρο, 1948. Μουσείο Ματίς, Νίκαια Γαλλίας.

Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 9 Νοεμβρίου 2017, αρ. φύλλου 909





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ