13.7.18

ΣΟΝΙΑΣ ΕΥΘΥΜΙΑΔΟΥ-ΠΑΠΑΣΤΑΥΡΟΥ: Για τη λειτουργία της Σχολικής μας Βιβλιοθήκης



«Παρόλο που μου άρεσαν ανέκαθεν τα βιβλία -και τα διαβάζω- αντιπαθούσα πάντα τις βιβλιοθήκες. [...] Τις δημόσιες γιατί «το διάβασμα εκεί ήταν διατεταγμένη υπηρεσία και ο χώρος μου προκαλούσε ανασφάλεια, οι δε υπεύθυνοι ήσαν δημόσιοι υπάλληλοι που παρίσταναν τους βιβλιοθηκονόμους [...] Όσο για τις διάσημες βιβλιοθήκες - τη Βρετανική, τη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου, την Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας- τις οποίες ακουστά μόνο τις είχα και τις έχω, η εντύπωσή μου ήταν πως πρόκειται για μουσεία ή τράπεζες δεδομένων, ανοιχτές μόνο σε προνομιούχους ειδικούς ερευνητές. Με τις ιδιωτικές βιβλιοθήκες - θείων γιατρών και δικηγόρων, εξαδέλφων φιλολόγων - το πράγμα διέφερε. Αυτές ήσαν ασυγκρίτως φιλικότερες. [...] Και βέβαια ήσαν μικρότερες, σε ανθρώπινα μέτρα, και διέθεταν χαρακτήρα - τα βιβλία είχαν μια σχετική θεματική ομοιογένεια και, αν δεν σου αποκάλυπταν, οπωσδήποτε υπαινίσσονταν κάτι για τον κύριό τους. Οι σχολικές ήταν πάντα κλειστές.» 

Άρης Μπερλής, συγγραφέας (1944-)
«Στο σπίτι μας κλειδώναμε τα βιβλία. Τα κλειδιά των ντουλαπιών ήταν υπερμεγέθη, μοναστηριακά. Θα τους ταίριαζε να κλειδώνουν κάτι άλλο. Οι γονείς μας όμως επέμεναν να κλειδώνουμε τα βιβλία για να μην πιάνουν σκόνη.Στο σπίτι της φίλης μου όλα εξελίσσονταν χωρίς πρόγραμμα, χωρίς προφυλάξεις. Τα βιβλία μπαινόβγαιναν στη βιβλιοθήκη χωρίς να σκονίζονται ποτέ. Ζήλευα τον αυθορμητισμό αυτής της οικογένειας και την έλλειψη αυταπάτης σε θέματα χρήσης και φθοράς: τα βιβλία υπάρχουν για να διαβάζονται, ο καναπές για να λερώνεται. Ονειρευόμουν ότι ζούσα κι εγώ στο σπίτι τους και διάβαζα την Αμφίβολη Μάχη ή το Δρόμο με τις Φάμπρικες του Στάινμπεκ, με τα μποτάκια πάνω στον καναπέ. [...] Η βιβλιοθήκη τους δεν γυαλοκοπούσε όπως η δική μας, αλλά ξεχείλιζε από βιβλία που σ’ έσπρωχναν να τα ξεφυλλίσεις.»
Αμάντα Μιχαλοπούλου, συγγραφέας (1966-)


Όπως όλα τα πράγματα που έχουν ζωή, έτσι κι η Βιβλιοθήκη μας (η λειτουργία της) έχει εξελιχθεί κι εξακολουθεί να εξελίσσεται.
Με αφορμή κι αιτία την επιμορφωτική μας συνάντηση, μετά από τιμητική πρόταση της Σχ. μας Συμβούλου κ. Αλίκης Καζταρίδου, προσπάθησα να θυμηθώ τα σχετικά με τη Βιβλιοθήκη μας από την αρχή της παρουσίας μου στο Σχολείο μας, το 1982. Δεν τα κατάφερα να θυμηθώ πολλά, όμως τα κενά μου συμπλήρωσε η αγαπητή συνάδελφός μας κ. Άλκηστη Παρχαρίδου (υπηρετεί εδώ και χρόνια στην πόλη της Καστοριάς). Η Άλκηστη ήταν που, όταν υπηρετούσε εδώ, έχοντας μέσα στην αίθουσά της τη σχολική βιβλιοθήκη και διάφορα εποπτικά, ανέλαβε την καταγραφή των βιβλίων της, για να μπουν σε μια σειρά τα πράγματα. Το Σχολείο μας την ευγνωμονεί πάντα, καθώς έχουμε ακόμα αυτό το τετράδιο με τα χοντρά εξώφυλλα και καταγεγραμμένα με τα δικά της όμορφα γράμματα τα πρώτα 768 από τα βιβλία μας. Από κει κι ύστερα έχουμε φτάσει στους 2.213 τίτλους βιβλίων (χωρίς τις αρκετές εγκυκλοπαίδειες) και φέτος καταφέραμε να μπει στον διάδρομο του Σχολείου μας ένα όμορφο παλιό ντουλάπι, όπου βάλαμε τα πολύ παλιά πολύτιμα βιβλία που έχει το Σχολείο μας και σύμφωνα με ειδικό ερευνητή και συγγραφέα δεν υπάρχουν σε άλλο σχολείο της επικράτειας, τουλάχιστον αρκετά από αυτά.

Κι ήταν λίγο μετά το 1990 όταν είχα προσκληθεί στο Δημοτικό Ραδιόφωνο της Καστοριάς από την αείμνηστη Μαίρη Πουρσανίδου [σχετ. "εδώ"], με αφορμή την Ημέρα του Παιδικού Βιβλίου. Στην ωριαία εκείνη εκπομπή θυμάμαι να λέω πως ήμουν ήδη υπεύθυνη της Βιβλιοθήκης του Σχολείου μας και εξακολουθώ να είμαι και τώρα, γιατί δεν μπορώ να φανταστώ τη δουλειά μου χωρίς αυτό- δίχως αυτή την αρμοδιότητα θα ήμουν λειψή, το πιστεύω και το νιώθω. Ως τότε η Άλκηστη θυμάται πως τη βιβλιοθήκη τη «λειτουργούσαν» τα παιδιά της Στ’ τάξης.

Όντας υπεύθυνη της Βιβλιοθήκης μας τόσα χρόνια, έζησα όλες τις αλλαγές της: μεγάλη αλλαγή η μεταφορά της από την ειδική αίθουσα που είχαμε αποκτήσει με την ανακαίνιση του 1994-5 αναγκαστικά στον διάδρομό μας, αφού δεν υπήρχε άλλος χώρος. Τότε είχαμε στεναχωρηθεί, γιατί από την αίθουσα με τη μοκέτα στο πάτωμα και τα μαξιλάρια, όπου τα παιδιά μπορούσαν να διαβάσουν σε ιδανικές συνθήκες είχαν τα βιβλία «εξοριστεί» στον διάδρομο. Όμως, τελικά, είναι καλύτερα έτσι, γιατί τώρα τα παιδιά μας περνάνε καθημερινά ανάμεσα από τα βιβλία, κι όταν η βιβλιοθήκη λειτουργεί, η ζωντάνια της και οι συχνά μακριές ουρές των μικρών «πελατών» που θυσιάζουν μέρος του διαλείμματός τους προκειμένου να δανειστούν το βιβλίο της επιλογής τους είναι εικόνες που προκαλούν και προσκαλούν και τα άλλα παιδιά να συμμετάσχουν σ’ αυτή τη χαρά. Και αυτό είναι μεγάλη επιτυχία.

Αυτά σε εβδομαδιαία βάση, 2 φορές την εβδομάδα σταθερά (Δευτέρα-Παρασκευή) και πολλές φορές και εκτάκτως γιατί υπάρχει ένας κανόνας που μας είναι πολύ δύσκολο να τον εφαρμόσουμε: αν ένα παιδί που διάβασε το βιβλίο του δεν αντέχει να περιμένει ως την Παρασκευή για να πάρει άλλο, εμείς δυσκολευόμαστε τόσο να το παραπέμψουμε στην Παρασκευή που ανταποκρινόμαστε στο αίτημα και τη λαχτάρα του και κάθε άλλη μέρα με μεγάλη χαρά. Άρα, η βιβλιοθήκη μας λειτουργεί ενίοτε και κάθε μέρα της εβδομάδας.

Τα ανοιχτά της ράφια κι η αμεσότερη δυνατόν προσβασιμότητά μας στα βιβλία είναι για μας δεδομένα, δεδομένος κι ο εμπλουτισμός της με βιβλία που ενδιαφέρουν τα παιδιά και χρειαζόμαστε, όπως και τα ράφια που έχουν ειδικά βιβλία: τα βιβλία για παιδιά που μόλις ξεκίνησαν να διαβάζουν, τα ιστορικά βιβλία κατά (ιστορικές) περιόδους , τα βιβλία τέχνης,… Φέτος αγοράσαμε βιβλία με θέμα το ποδόσφαιρο, που έγιναν το δόλωμα για να επισκέπτονται τη Βιβλιοθήκη και κάποια αγόρια που αγαπούν πολύ το ποδόσφαιρο, αλλ’ όχι τόσο πολύ το βιβλίο.

Και, καθώς υπάρχουν παιδιά που στα διαλείμματα αγαπούν να στέκονται στον χώρο της Βιβλιοθήκης και να ξεφυλλίζουν βιβλία, χωρίς όμως να προλαβαίνουν να διαβάσουν αν και θα το ήθελαν, αξιοποιήσαμε τα λευκώματα που μας χάρισαν οι απόγονοι των ευεργετών του Σχολείου μας με τους οποίους έχουμε επαφή: όταν άρχισαν να μας τα στέλνουν πριν από λίγα χρόνια τα βάλαμε, όχι στη Βιβλιοθήκη, αλλά πάνω στο μεγάλο τραπέζι του διαδρόμου. Έτσι, όσα παιδιά θέλουν, τις βροχερές ημέρες που δεν βγαίνουμε στην αυλή μας ξεφυλλίζουν και απολαμβάνουν εικόνες, χωρίς να αναγκάζονται να διακόψουν την ανάγνωση όταν το κουδούνι χτυπάει για μέσα. Στο ίδιο μεγάλο τραπέζι όμως απλώνονται τα σχετικά βιβλία σε κάθε επέτειο ή γιορτή που πλησιάζει: 28η Οκτωβρίου, 25η Μαρτίου, Ημέρα Ποίησης, Χριστούγεννα, Πάσχα..., αλλά και κάθε φορά που έχουμε μια δράση και θέλουμε να θέσουμε υπόψη των παιδιών τα σχετικά βιβλία της Βιβλιοθήκης μας. Τα παιδιά είναι τόσο συνηθισμένα που, όταν θέλουν ν’ αρχίσουν να διαβάζουν για να μπουν στο κλίμα και βλέπουν πως αργούμε να το κάνουμε , μας το ζητάνε τα ίδια να βγάλουμε τα βιβλία στο τραπέζι.

Βέβαια, στο Σχολείο μας η Ημέρα Παιδικού Βιβλίου, η Ημέρα Ποίησης είναι μέρες ξεχωριστές: κάθε φορά κάνουμε κάτι διαφορετικό. Για την Παγκόσμια Ημέρα Παιδικού Βιβλίου, εκτός από την αφίσα με το συνοδευτικό κείμενο που χαιρόμαστε κάθε χρόνο, φέτος είχαμε εκδήλωση με θέμα «Βιβλία-μνημεία, για τα οποία θα άξιζε κανείς να δώσει και τη ζωή του ακόμα…» και τα παιδιά το απόλαυσαν πολύ παραπάνω απ’ όσο περιμέναμε...

Πρέπει επίσης να πούμε πως κάθε τάξη, όποτε χρειάζεται βιβλία μες στην αίθουσά της, ιστορικά π.χ. σχετικά με την ύλη της ή άλλα σχετικά με κάποια δράση που κάνει, εννοείται πως μπορεί να τα πάρει από τη Βιβλιοθήκη με τη δέσμευση να τα επιστρέψει μόλις τελειώσει η δράση της.

Η Βιβλιοθήκη μας λοιπόν δεν είναι πάντοτε ίδια. Καμιά φορά (τελευταία όλο και συχνότερα) τα μικρότερα συνήθως παιδιά δεν βάζουν σωστά τα βιβλία που επιστρέφουν. Τότε, χωρίς τη δική μας παρέμβαση, τα παιδιά που την έχουν στέκι τους αναλαμβάνουν μόνα τους δράση, τακτοποιώντας τα στα ράφια. Κι όταν κάποιος δάσκαλος θέλει να αντιμετωπίσει ένα πρόβλημα στην τάξη του (*) (π.χ. τη σχολική βία) ή να μιλήσει στους μαθητές του για ένα θέμα (για την ειρήνη π.χ.), τότε υπάρχουν τίτλοι βιβλίων που πρέπει να αναζητηθούν στα ράφια ανάμεσα στα πολλά μας βιβλία, πράγμα που δεν είναι πολύ εύκολο. Κι επειδή τα πολλά ζευγάρια μάτια σώζουν στην περίπτωση αυτή, καλούμε όσα παιδιά θέλουν και ψάχνουμε μαζί τα βιβλία που χρειαζόμαστε. Αυτό είναι το παιχνίδι του κρυμμένου θησαυρού κι όποιο παιδί τον ανακαλύπτει (συχνά δεν είναι ένα το βιβλίο που ψάχνουμε, άρα τα παιδιά που βρίσκουν τον θησαυρό που αναζητούμε είναι πολλά) κερδίζει μια αυτοκόλλητη καρδούλα κι αμείβεται για την επιτυχία του!

Μ ε αυτά και μ’ εκείνα η Βιβλιοθήκη μας θέλουμε να πιστεύουμε πως είναι από τις πιο ζωντανές. Και τ’ ανοιχτά της ράφια μας βοηθάνε να βρίσκουμε εύκολα όποιο βιβλίο συναντάμε στο μάθημα της Γλώσσας (συνήθως με απόσπασμά του μες στο βιβλίο) και να το παίρνουμε μέσα στην τάξη. Και τότε συμβαίνει κάτι μαγικό κι ανεξήγητο: τα παιδιά της τάξης συνωστίζονται ζητώντας το καθένα να το πάρει να το διαβάσει. Τόσο απλά, μα και τόσο «σπουδαία»! Άλλωστε, χαιρόμαστε ιδιαιτέρως τα παιδιά που επιλέγουν βιβλία, όχι στην τύχη και λόγω εξωφύλλου, αλλά πιο συνειδητά: «Εγώ θέλω ένα βιβλίο γι’ αυτό το θέμα» ή «αυτού του συγγραφέα» ή «Εσείς τι θα μου προτείνατε;» ή «Το έχω διαβάσει, αλλά, επειδή μου άρεσε πολύ, θέλω να το ξαναδιαβάσω»,… Έχουμε μάλιστα επισημάνει τους πιο δύσκολους πελάτες μας, αυτούς που είναι βέβαιο πως θα μας φάνε ολόκληρο το διάλειμμα, αλλά δε μας πειράζει, χαλάλι τους, αφού πρόκειται για βιβλία!...

Αυτά συμβαίνουν συνήθως στη Βιβλιοθήκη μας και, όταν τελειώνει η χρονιά κάνουμε τον απολογισμό μας, που τα τελευταία χρόνια θα χαρακτηριζόταν περισσότερο από ικανοποιητικός. Και ας μας στενοχωρεί εκείνος ο αριθμός των παιδιών που δεν πήραν ούτε ένα βιβλίο μέσα σε ολόκληρη χρονιά κι ας είναι το πρώτο από τα 10 δικαιώματα του μικρού αναγνώστη το δικαίωμά του να μη διαβάζει. Γιατί μας φαίνεται ανεξήγητο να περνάνε κάποια παιδιά δίπλα από τη Βιβλιοθήκη που βρίσκεται συχνά σε ώρα αιχμής και να μην επηρεάζονται από αυτό. Μας φαίνεται ανεξήγητο πως δεν επηρεάζονται από όλη αυτή την ατμόσφαιρα, την τόσο ζωντανή και ζωηρή.

Συζητώντας μαζί τους, μας φανερώνονται τα αίτια: έχουν δυσκολίες στο διάβασμα των μαθημάτων τους, άρα και των λογοτεχνικών βιβλίων, έχουν πολλές δραστηριότητες το απόγευμα και δεν προλαβαίνουν να διαβάσουν «εξωσχολικά», δεν έχουν μυηθεί από το σπίτι τους στην αγάπη για τα βιβλία (το τελευταίο το ξέρουμε εμείς, δεν το ξέρουν τα ίδια τα παιδιά κι ούτε φταίνε γι’ αυτό). Κι είναι αδύνατον να μη σας πούμε για τον Γιώργο της περσινής Δ’, που, στο ερώτημα που θέσαμε σε όλα τα παιδιά του Σχολείου «Ποιο πρόσωπο σε μύησε στη μαγεία της ανάγνωσης;» απάντησε: «Ο συμμαθητής μου ο Ανέστης. Τον έβλεπα που επέστρεφε από τη Βιβλιοθήκη κρατώντας χαρούμενος ένα βιβλίο και ζήλεψα». Αυτή είναι η μαγεία της αβίαστης ευγενούς άμιλλας, αυτή είναι και η μαγεία της σχολικής βιβλιοθήκης, που μπορεί, έχει τη δύναμη, ακόμα κι όταν οι οικογένειες δεν κάνουν κάτι, λόγω άγνοιας ή αδιαφορίας, όχι για τα παιδιά τους, αλλά για τη θεά Λογοτεχνία, να παρεμβαίνει διακριτικά και να πετυχαίνει μικρά ή μεγαλύτερα πραγματικά θαύματα…

(*) Μάλλον θα το καταλάβατε ήδη πως η Βιβλιοθήκη μας είναι και ένα είδος φαρμακείου, αφού διαθέτει φάρμακα για κάθε περίσταση: τη σχολική βία, την κοροϊδία, τη μη πρέπουσα αντιμετώπιση από μέρους μας της αναπηρίας και των ΑΜΕΑ, των περιβαλλοντικών προβλημάτων...  Είναι μάλιστα καλό φαρμακείο, γιατί, όταν ασχοληθεί ο δάσκαλος σοβαρά με το πρόβλημα, με τη βοήθεια των βιβλίων τις περισσότερες φορές τα καταφέρνει και το πρόβλημα λύνεται, σπάνια αποτυχαίνει, όταν συμβαίνει να πρόκειται για πρόβλημα πιο βαθύ και πιο περίπλοκο.

Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 25 Ιανουαρίου 2018, αρ. φύλλου 920

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ