Αγαπητή ΟΔΟΣ,
Με αρκετή αγωνία ανέμενα το καθιερωμένο φύλλο σου με τα «Πρόσωπα» που ψηφίστηκαν από το κοινό σου, ως εκείνα που βρέθηκαν στην επικαιρότητα κατά την διάρκεια του περασμένου έτους. Θετικής ή αρνητικής στάσης τους καθ’ όλη την διάρκεια της χρονιάς που αφήσαμε πίσω. Πέρα από τα —σχεδόν— αναμενόμενα ψηφισμένα πρόσωπα (βλ. πρώτο παγκόσμιο αθλητή κωπηλασίας κ. Στεργιάκα, υφυπουργό Γεωργίας κ. Τελιγιορίδου κοκ), μου προξένησε ιδιαίτερη εντύπωση, η παρουσία δύο εκπροσώπων εκκλησιαστικού ενδιαφέροντος: Αυτή του επισκόπου Καστοριάς κ.Σεραφείμ και εκείνη του —πλέον— επισκόπου Θεσπιών κ. Βολιώτη. Επίσης, το —με αρνητικό πρόσημο— πλασάρισμα εντός της λίστας σου, του Συλλόγου Φίλων Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα Καστοριάς.
Μάλιστα, δύο από τους ψηφισμένους της δεκάδας σου, είναι άμεσα συνδεδεμένοι με το Σκοπιανό και... τα καρναβάλια. Σίγουρα σε ξάφνιασα για τα δύο ασύνδετα (;) ζητήματα μεταξύ τους, όμως αγαπητή ΟΔΟΣ θα σου εξηγήσω ευθύς αμέσως. Αρχικά να διευκρινίσω πως αναφέρομαι στον μητροπολίτη Καστοριάς και στους φίλους του μουσείου Μακεδονικού Αγώνα. Που ο καθένας από το δικό του μετερίζι ενήργησε ή παρέμεινε άεργος, δήλωσε ή σιώπησε. Τόσο για την συμφωνία των Πρεσπών όσο και για την εμπλοκή πολιτών από το κρατίδιο των Σκοπίων —αλλά και «γηγενείς» υποστηρικτές τους— στο Καστοριανό καρναβάλι.
Ξεκινώντας από τον κ. Σεραφείμ και με την δήλωση του περί απαγορευτικό εισόδου στους σκοπιανούς —φασαριόζους— μουσικούς, που εισέρχονται με αφορμή το καρναβάλι, δεν μπορώ να πω ότι δεν αντιλαμβάνομαι το κίνητρό του. Ωστόσο για να είμαι πιο ξεκάθαρος, ακόμη και από τον αποκλεισμό, θα προτιμούσα να γνώριζαν οι πολίτες της Καστοριάς και οι συμμετέχοντες στο καρναβάλι, ποιοι ακριβώς είναι αυτοί που χορηγούν στους Σκοπιανούς τουριστική βίζα λίγων εβδομάδων. Ουσιαστικά, να ενημερωθούν οι πολίτες της Καστοριάς, ότι βαλκανομερακλήδες συμπολίτες μας τους προσκαλούν για να λικνίζονται καθ’ όλο το δωδεκαήμερο σε balkanfolk ρυθμούς. Κι πέρα από την επίγνωση που θα πρέπει να λάβουν οι υπόλοιποι καρναβαλιστές το επόμενο ζήτημα είναι αν θα πρέπει να επιχορηγούνται από την αντιδημαρχία Πολιτισμού, όμιλοι καρναβαλιστών που έχουν συγκεκριμένους βαλκάνιους οργανοπαίκτες, μιας και τα ποσά που δαπανούνται είναι αποκλειστικά για την «διατήρηση της παράδοσης του καρναβαλιού». «Του αστικού του χαρακτήρα» θα προσέθετα με την σειρά μου, καθώς από τους Καστοριανούς αστούς έπαιρνε σάρκα και οστά το τριήμερο γλέντι τους. Από κανέναν άλλον. Δικό τους ήταν το καρναβάλι, εκείνοι το διαμόρφωναν όπως ήθελαν.
Κι αν η τοποθέτηση του μητροπολίτη Καστοριάς σε γενικές γραμμές είναι κατανοητή, από την πλευρά των ιθυνόντων του μουσείου —για το ίδιο ζήτημα— ακόμη μία φορά τηρήθηκε σιγή ιχθύος. Κι αυτή η σιωπή, γίνεται περισσότερο «εκκωφαντική», όταν την συγκεκριμένη χρονική στιγμή, περνά από τα κοινοβούλια των Σκοπίων και της Ελλάδας, η «μακεδονική» εθνότητα και «μακεδονική» γλώσσα. Ωστόσο κατά την γνώμη μου —που θέλω να ελπίζω ότι είναι και των περισσότερων— ο συγκεκριμένος σύλλογος θα έπρεπε πρωτοστατεί αντιδρώντας σε τόσο σημαντικά ζητήματα. Απεναντίας, προτίμησε τον δρόμο της βουβαμάρας. Έτσι δημιούργησε περίεργη εντύπωση στην τοπική κοινωνία και η μη τοποθέτηση του φαντάζει στάση ανεξήγητη. Αμφιλεγόμενη, που την προσέχεις και ευνοεί ερωτήματα. Ως προς την αφωνία του απέναντι σε αξίες που πρεσβεύει εκπροσωπώντας τον Μακεδονικό Αγώνα και μεταλαμπαδεύει στους επισκέπτες του και στους πιστούς μαθητές του «σπουδαστηρίου» του.
Όμως αγαπητή ΟΔΟΣ, ο μητροπολίτης Καστοριάς πήρε σαφείς αποστάσεις και από το ίδιο το τριήμερο καρναβαλικό γλέντι. Από το ίδιο το Καστοριανό καρναβάλι, εξ αιτίας της παγανιστικής του προέλευσης. Κι αυτή η αντίθεση της Εκκλησίας απέναντι στο αστικό έθιμο κρατάει παραπάνω απ’ έναν αιώνα (ίσως και πολύ περισσότερο), σ’ αντίθεση μ’ όσα σπεύδουν να υποστηρίξουν κάποιοι τοπικοί ειδήμονες, οι κατά τον κόσμο πεφωτισμένοι, συγκλητικοί .
Ότι δηλαδή, τα παλαιότερα χρόνια μάζευαν… «ρόγες» για να στηρίξουν τις τοπικές εκκλησίες και ενορίες οι συμμετέχοντες… «ραγκουτσάρηδες». Άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε, αγαπητή ΟΔΟΣ. Ακόμα και σ’ αυτήν την προσπάθεια απόδοσης «ραγκουτσαρικού» χαρακτήρα στο τοπικό καρναβάλι, συνδέοντας την Εκκλησία με τον ερανικό χαρακτήρα των φουστανελάδων ή προβειοφοράδων (;) πέφτει στο κενό, καθώς πουθενά δεν έχει αναφερθεί κάτι ανάλογο.
Οι φανατικοί και θιασώτες των «ραγκουτσαριών», δεν έχουν καταλήξει ούτε καν σε μια κοινή ονομασία του εθίμου που υποστηρίζουν. Θυμίζοντας φανατικούς οπαδούς ποδοσφαιρικής ομάδας που αγνοούν τα χρώματα της ομάδας που υποστηρίζουν, πάραυτα θα «θυσιάζονταν» για εκείνη. Προκαλώντας τον γέλωτα σ’ όλους τους υπόλοιπους με την ημιμάθειά τους, καθώς αυτό που υποστηρίζουν είναι κάτι αόριστο, αφηρημένο και ανύπαρκτο. Για όσους αρνούνται να υποταχθούν στην αυθεντία τους, πρόκειται για προϊόν της φαντασίας ορισμένων αμπελοφορεμένων με ταυτόχρονα κρεμασμένες πλεξούδες σκόρδου και φαλλούς.
Καθώς δεν είναι σε θέση να γνωρίζουν —αφού δεν υπάρχουν πηγές— πώς ήταν ντυμένοι οι «δικοί» τους πάλαι ποτέ «ραγκουτσάρηδες». Φορούσαν προβιές; Φορούσαν κυπριά σαν άλλα γκεσέμια; Φορούσαν φουστανέλες; Τριγυρνούσαν με όπλα και σπαθιά; Σκοτωνόντουσαν; Τους έθαβαν; Υπάρχουν μνήματα στην πόλη της Καστοριάς από τέτοια γεγονότα; Καμία απάντηση σε κανένα από τα παραπάνω ερωτήματα.
Και η απάντηση φαντάζει —και είναι— πολύ απλή: δεν υπήρξαν ποτέ στην πόλη της Καστοριάς, δεν περιγράφηκαν από κανέναν, δεν χορεύτηκε ποτέ κι από κανέναν ο «ραγκουτσάρης» χορός. Και είμαι σίγουρος αγαπητή ΟΔΟΣ, πως αν γνώριζες κι εσύ να μου απαντήσεις σ’ ένα από τα παραπάνω ερωτήματα, θα το έπραττες χωρίς δεύτερη σκέψη. Διασώζοντας, την τοπική παράδοση της Καστοριάς. Και για να μην το κάνεις, σημαίνει πως δεν υπήρξε ποτέ.
Παρ’ όλο που ορισμένα τοπικά ΜΚΟ πολιτισμικά και πολιτιστικά (;) clubs προτίμησαν να ντυθούν μ’ αντεριά υποδυόμενοι την αυθεντία της Νέτας —και κατ’ επέκταση της Καστοριάς— γλεντοκοπώντας παράλληλα με «βορειομακεδονίτικα» ακούσματα. Παράδοξο και αντιφατικό για την τοπική αστική παράδοση. Για την πόλη μιλάω. Φυσικά. Κι αν οι συγκεκριμένοι «φίλοι της παράδοσης» προσπάθησαν να απομυθοποιήσουν και ν’ αποσαθρώσουν την Καστοριανή Νέτα προσβάλλοντάς την, την ίδια στιγμή κάποιες άλλες «αυθεντίες» ετοιμάζουν ταξίδια στην βαλκανική ενδοχώρα.
Την «μητέρα» του κουδουνιού, των κεράτων (στα βουλγάρικα ρογκ) και των προβιών. «Αναντάμ παπαντάμ» ένα πράγμα λένε κάποιοι. Από τους οποίους θα διαχώριζα την θέση μου ή μπορεί κι όχι. Κατάλαβες αγαπητή ΟΔΟΣ; Κατάλαβα να λες.
Ιωάννης Σκόρδας
Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 17 Ιανουαρίου 2019, αρ. φύλλου 969
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.