12.4.18

ΑΝΑΣΤΑΣΗ Κ. ΠΗΧΙΩΝ: Αθέατες πτυχές του Μακεδονικού Αγώνος


Makedonikos Agonas Kastoria ODOS
ΟΔΟΣ 5.10.2017 | 904


Ὅταν τό 1903 ἄρχισαν, ἐπισήμως πλέον, νά ἔρχονται στήν Μακεδονία ἀνταρτικά σώματα, τά ὁποία τά ἔστελνε τό Μακεδονικό Κομιτάτο μέ τήν ἀνεπίσημη ἀνοχή καί ὑποστήριξη τῆς Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως, βρήκαν στήν Μακεδονία ἕναν κόσμο, ὁ ὁποῖος τούς ὑποδέχθηκε «μέ ἀνοιχτές ἀγκάλες». Ὑπήρχαν βέβαια καί δρούσαν ἤδη στήν Μακεδονία ἀνταρτικά σώματα ἀποτελούμενα κυρίως ἀπό γηγενεῖς ἀντάρτες, ἀλλά ἡ ἄνοδος ἀπό τήν ἐλεύθερη Ἑλλάδα σωμάτων, τά ὁποία μάλιστα εἶχαν Ἕλληνες ἀξιωματικούς νά τά διοικοῦν, ἀποτελοῦσε τήν ἐκπλήρωση τοῦ πόθου καί τῶν ἰκεσιῶν τοῦ ἐλληνικοῦ μακεδονικοῦ πληθυσμοῦ νά ἀποστείλει ἡ ἑλληνική Κυβέρνηση βοήθεια γιά νά ἀποτραπεῖ ἡ τρομοκρατία καί βία τῶν βουλγαρικῶν σωμάτων, τῶν κομιτατζήδων, πού ἐξασκούσαν ἐπί τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ τῆς Μακεδονίας.

Οἱ Ἕλληνες ἀξιωματικοί, οἱ ὁποῖοι ἠγοῦνταν καί διοικούσαν τά ἑλληνικά σώματα προσέτρεξαν ὅλοι τους νά προαφέρουν τίς ὑπηρεσίες τους ἐθελοντικά. Ὅλοι τους παρουσιάζονταν στόν τότε διάδοχο τοῦ θρόνου Κωνσταντίνο, σέ μία προσωπική συνέντευξη καί ἐάν ἐγκρίνετο ἡ ἀποστολή τους στήν Μακεδονία, τούς χορηγοῦνταν, τύποις, ἐκπαιδευτική ἄδεια γιά τό ἐξωτερικό, γιά νά δικαιολογηθεῖ ἡ ἀπουσία τους ἀπό τήν ἐνεργό ὑπηρεσία. 

Ἡ σύνθεση τῶν σωμάτων ἦταν ἐτερόκλητη· ἐκτός τῶν ἀξιωματικῶν, πολλοί μόνιμοι ὑπαξιωματικοί ἀλλά καί στρατιῶτες προσέτρεξαν καί ἐπάνδρωσαν τά σώματα, ἀλλά καί πολλοί πολίτες μεταξύ τῶν ὁποίων καί στοιχεῖα οὐχί ἄμεμτα, ὡς φυγόδικοι, λιποτάκτες καί ἄλλοι διωκόμενοι γιά ἐγκλήματα τοῦ κοινοῦ ποινικοῦ δικαίου, οἱ ὁποῖοι μέ τήν κατάταξή τους στά ἀνταρτικά σώματα ἀπαλλάσονταν τῶν κατηγοριῶν καί ἀμνηστεύονταν. Ἐπίσης ἐνσωματώθηκαν σ’ αὐτά καί ἐθελοντικά σώματα Κρητῶν, Λακώνων καί λοιπὼν. Ὅλα τά σώματα διατελοῦσαν ὑπό τήν διοίκηση τοῦ γενικοῦ Ἀρχηγοῦ, ὀριζομένου ἀπό τό Κομιτάτο. Πρῶτος ἀρχηγός ὁρίσθηκε ὁ ἀείμνηστος Παῦλος Μελάς, καί μετά τόν θάνατό του, ὁ ὑπολοχαγός πυροβολικοῦ Γεώργιος Τσόντος, καπετάν Βάδας.

Στά σώματα ἐπικρατοῦσε ἀπόλυτη πειθαρχία καί ὅλα δρούσαν σύμφωνα μέ τίς ὁδηγίες καί διαταγές τοῦ γενικοῦ ἀρχηγοῦ. Γενική ἐντολή τοῦ Κομιτάτου ἦταν νά ἀποφεύγονται οἱ ἐμπλοκές μέ τουρκικά ἀποσπάσματα, ἡ ἐμψύχωση καί ἀναπτέρωση τοῦ φρονήματος τῶν ἑλληνοφρόνων κατοίκων τῆς Μακεδονίας, ἡ ἀποτροπή τῶν βουλγαρικῶν βιαιοτήτων τῶν κομιτατζήδων καί ἡ, εἰ δυνατόν, ἐξουδετέρωσή τους, καί ὡς ἀπαράβατος κανόνας ἡ ἀποφυγή βιαιοτήτων, ἐκβιασμῶν, κλοπῶν καί δηώσεων περιουσιῶν ὄχι μόνον τῶν ἑλλήνων κατοίκων ἀλλά καί τῶν παρασυρθέντων στήν Ἐξαρχία τοιούτων. Ἡ παράβαση τοῦ κανόνος αὐτοῦ ἐπέφερε μέχρι καί τήν ποινή τοῦ θανάτου, ἀλλά δέν ὑπῆρξε περίπτωση παραβάσεώς της, ἐκτός μιᾶς περιπτώσεως, αὐτῆς τοῦ Ἀριστείδη Μαργαρίτη καί αὐτής ἀμφιλεγόμενης καί οὐχί καθαράς.

Ὁ Ἀριστείδης Μαργαρίτης ἦταν Καστοριανός ἔμπορος ἐγκατεστημένος στήν Λάρισσα. Πρέπει νά ἦταν εὐκατάστατος καί πατριώτης γιατί μέ δικά του ἔξοδα συγκρότησε καί ὅπλισε ἀνταρτική ὁμάδα καί ἀνέβηκε στήν Μακεδονία νά πολεμήση τούς κομιτατζήδες. Αὐτόν τόν πατριώτη δολοφόνησαν οἱ κρητικοί ἀντάρτες τοῦ σώματος Βάρδα. Τό τί ὤθησε τούς κρητικούς νά προβούν στήν πράξη αὐτήν καί μάλιστα ὕπουλα χωρίς νά ἐνημερώσουν τούς ἄλλους ἀρχηγούς τῶν σωμάτων γιά ποιό ἔγκλημα τόν κατηγόρησαν καί τί διαφορές εἶχαν μαζί του παραμένει ἀδιευκρίνιστο. Ἡ κατηγορία τήν ὁποίαν προέβαλαν ἦταν ὅτι δῆθεν βίασε γυναῖκες καί ὅτι ἐξεβίασε χωρικούς πρός χρηματισμό, πράγματα τελείως ἀνυπόστατα καί ψευδέστατα, ὅπως ἀποδεικνύεται ἀφ’ ἑνός μέν γιά τό πρῶτο λόγω τοῦ χαρακτῆρος του, ἀφ’ ἑτέρου δέ γιά τό δεύτερο ὅτι στήν σορό του, μετά τήν δολοφονία του δέν βρέθηκαν χρήματα παρά μόνον μισή ἤ μία λίρα.

Οἱ ἄνδρες τῶν ἀνταρτικῶν σωμάτων ἐμισθοδοτούνταν ἀπό τό Μακεδονικό Κομιτάτο τῶν Ἀθηνῶν καί τήν ἐπιμελητεία τῶν σωμάτων τήν εἶχαν ἀναλάβει οἱ ἐπί τόπου ἐπιτροπές τοῦ Ἀγῶνα, οἱ ὁποῖες εἶχαν συγκροτηθεῖ καί λειτουργούσαν πολύ πιό μπροστά ἀπό τήν ἔνοπλη φάση τοῦ Μακ. Ἀγῶνα καί ἦταν καθ’ ὅλα ἔτοιμες, ὅταν ἄρχισαν νά ἀνεβαίνουν στήν Μακεδονία τά ἀνταρτικά σώματα, νά προσφέρουν τήν διοικητική μέριμνα. Οἱ ἐπιτροπές αὐτές φρόντιζαν γιά τούς ὁδηγούς, γιά τά καταλύματα στά χωριά πού θά διανυκτέρευαν τά σώματα, γιά τήν τροφοδοσία τους, τήν συγκέντρωση πληροφοριῶν γιά τίς κινήσεις τόσο τῶν βουλγαρικῶν σωμάτων ὅσο καί αὐτές τῶν τουρκικῶν ἀποσπασμάτων καί γενικά γιά ὅλα ὅσα ἀπαιτούνταν στόν ἀγῶνα πλήν τῶν στρατιωτικῶν ἐπιχειρήσεων.

Οἱ ἀντάρτες δέν διανυκτέρευαν πάντοτε στά χωριά ίδίως ὅταν σέ αὐτά ἤ πλησιόν αὐτῶν εὐρίσκονταν ἤ κατέλυαν τουρκικά ἀποσπάσματα, μέ τά ὁποία ἀπέφευγαν νά ἔρθουν σέ σύγκρουση. Ἀναγκαστικά διανυκτέρευαν καί παρέμεναν, πολλές φορές γιά ἀρκετές συνεχῶς ἡμέρες, στήν ὕπαιθρο καί ὑφίσταντο τό κρύο, τήν ὑγρασία καί ὅλα τά δεινά τῶν καιρικῶν συνθηκῶν τῆς μακεδονικῆς ὑπαίθρου, ίδίως τῶν περιόδων τοῦ Φθινοπώρου καί τοῦ Χειμῶνα. Γι’ αὐτό ὅταν κατέλυαν σέ χωριά δέν ἀπολάμβαναν μόνον τήν ἀξίαν τῆς ὑπό στέγην διαβίωση ἀλλά καί τήν θαλπωρή τῆς φιλοξενίας πού τούς προσέφεραν οἰ χωρικοί. Δέν τούς προσέφεραν ἀπλῶς καί μόνον τά χρειώδη, τά ὁποία ἔπρεπε νά τούς προσφέρουν, ὅπως ἀπαιτοῦσαν οἱ ὁδηγίες τῆς τοπικῆς ἐπιτροπής τοῦ Ἀγῶνα, άλλἀ ὅ,τι μποροῦσαν παραπάνω μέ τά πενιχρά μέσα πού διέθεταν. Τό νά τούς προσφέρουν μιά ζεστή σούπα, νά τούς ξεψειρίσουν ἤ νά τούς πλύνουν τά ἐσώρουχα καί νά τούς μαντάρουν τίς κάλτσες, δέν ἦταν ὑποχρεωμένες οἱ γυναῖκες τῶν χωρικῶν νά τά κάνουν οὔτε τά ἀπαιτούσαν οἱ ἀντάρτες, ἀλλά τά ἔκαμαν ἐπειδή τό ἤθελαν γιατί ἔνοιωθαν ὅτι μέ τόν τρόπο τους βοηθοῦσαν τόν Ἀγῶνα. 

Τό περιστατικό πού ἀναφέρει ὁ καπετάν Φιλώτας στά ἀπομνήμονέυματά του, «τόν τσομπάνη ὁ ὁποῖος μετά τήν διάβαση τοῦ σώματός του, ἀπό ἕνα σημεῖο σέ ἄλλο, νά ὁδηγήσει στό σημεῖο αὐτό τά πρόβατά του γιά νά σβήσουν, μέ τό πέρασμά τους, τά ἀποτυπώματα πού ἄφησε κατά τήν διάβασή του τό σῶμα του», χωρίς νά τόν ὑποχρεώσει κανείς νά προβεῖ στήν ἐνέργεια αὐτή ἀλλά αὐτοβούλως, πιθανῶς καί ἀνεπαισθήτως, ἀποδεικνύει τό γενικό φρόνημα ὅλων τῶν ἑλληνοφρόνων Μακεδόνων νά βοηθήσουν μέ κάθε τρόπο πού μποροῦσε ὁ καθένας τόν Ἀγῶνα.

Μέ τό αὐτό φρόνημα ἐμφορούμενες καί οἱ Καστοριανές γυναῖκες ξεσηκώθηκαν σύσσωμες, συγκεντρώθηκαν καί διαδήλωσαν ἔμπροσθεν τοῦ τουρκικοῦ διοικητηρίου καί ἀπαίτησαν ἀπό τίς τουρκικές Ἀρχές, μέ τήν ἀπειλή ὅτι δέν πρόκειται νά φύγουν ἀπό ἐκεί, νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τήν Καστοριά ὁ βούλγαρος μητροπολίτης, ὁ ὁποῖος, πραξικοπηματικά, προσπάθησε νά ἐγκατασταθεῖ στήν πόλη μας. Μέ τήν ἐνέργειά τους αὐτήν, οἱ Καστοριανές γυναῖκες ὄχι μόνον πέτυχαν τοῦ σκοποῦ τους ἀλλά ξεπροβόδισαν τόν βούλγαρο μητροπολίτη μέ τήν συνοδεία γκαζοτενεκέδων τούς ὁποίους χτυπούσαν ρυθμικά. 

Καί τά παιδιά τίς περιοχής τοῦ Ντολτσοῦ, ἐμφορούμενα καί αὐτά ἀπό τό αὐτό φρόνημα, ὅταν οἱ δάσκαλοι τοῦ βουλγαρικοῦ σχολείου (λειτούργησε καί στήν Καστοριά, γιά ἕνα διάστημα, βουλγαρικό σχολεῖο μέ οἰκότροφους μαθητές ἀπό τά βουλγαρόφρονα χωριά μιά καί στήν πόλη μας δέν ὑπῆρχε οὔτε μιά βουλγαρική οἰκογένεια), κατέβασε πρός τήν λίμνη τούς μαθητές γιά περίπατο, κατά τήν ἐπάνοδό τους πρός τό σχολεῖο, περνῶντας τήν περιοχή τοῦ Ντολτσοῦ, ἀντιμετώπισαν τήν ὀργή καί τό μίσος πρός πάν τό βουλγαρικό τῶν Καστοριανῶν παιδιῶν, τά ὁποία πῆραν μέ τίς πέτρες τά βουλγαρόπαιδα τά ὁποία δέν ἤξεραν πῶς νά προφυλαγθοῦν καί ἔτρεχαν ἀλλόφρονα πρός τό σχολεῖο τους. Δέν ἐπιιχειρήθηκε βεβαίως ἄλλη παρόμοια ἐνέργεια τῶν βουλγάρων δασκάλων νά βγάλουν τά παιδιά τοῦ σχολείου τους ἐκτός τοῦ κτηρίου. 

Οἱ τουρκικές κρατικές ἀρχές καί οἱ μπέηδες, ἐκτός ὁρισμένων ἀργυρώνητων τῆς βουλγαρικής προπαγάνδας, ἔδειχναν μιά σχετικώς ἀνεκτή συμπεριφορά καί μιά ἀνοχή στίς δραστηριοτήτες τῶν ἑλληνικῶν σωμάτων, ἐν ἀντιθέσει πρός αὐτήν ἔναντι τῶν βουλγαρικῶν σωμάτων, γιατί οἱ μέν ἑλληνικές δροῦσαν χωρίς βιαιότητες, ἐγκλήματα, καί δηώσεις τῶν περιουσιῶν τῶν χωρικῶν, ἐν ἀντιθέσει μέ τίς πράξεις καί συμπεριφορές τῶν βουλγαρικῶν σωμάτων. Δέν ἔπαυαν πάντως νά παρακολουθοῦν ἐκ τοῦ σύνεγγυς τίς κινήσεις τῶν σωμάτων. Γιά τοῦ λόγου τό ἀληθές, ἀναφέρω αὐτό πού μοῦ διηγήθηκε ὁ πατέρας μου. Σέ μιά ἄνοδό του στήν Καστοριά, κατά τίς θερινές διακοπές, ἀπό τήν Ἀθήνα ὅπου φοιτοῦσε, συναντήθηκε μιά μέρα στό Τσαρσί μέ τόν τοῦρκο ἀστυνόμο, ὁ ὁποῖος τόν φώναξε: «Ἔλα δῶ ἐσύ» καί τόν ρώτησε «τί κάνει ὁ ἀδελφός σου;» ( ὁ καπετάν Φιλώτας ), «δέν ξέρω τσαούς ἐφέντι» ἀπάντησε ὁ πατέρας μου, «καλά, ξέρω ἐγώ» εἷπε ὁ ἀστυνόμος, «πές στή μάνα σου ὅτι εἷναι στό Βαγατσικό καί ὅτι εἷναι καλά».

Σύμφωνα μὲ τὰ ἐπίσημα στοιχεῖα τοῦ Γενικοῦ Ἐπιτελείου Στράτου, ἀπὸ τοὺς 2.500 καὶ πλέον ἐνόπλους ἀντάρτες τῶν ἐπισήμων σωμάτων κατὰ τὴν ἔνοπλο φάση τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγῶνος, 720 μόνον ἦταν αὐτοί, πού ἀνέβηκαν ἀπὸ τὴν νότιο Ἑλλάδα, κι’ ἀπ’ αὐτοὺς δὲν παρέμειναν ὅλοι κάθ’ ὅλην τὴν διάρκεια τοῦ Ἀγῶνα ἀλλὰ ἔρχονταν γιὰ ἕνα ὁρισμένο, ἄλλοτε ἄλλο χρονικὸ διάστημα καὶ ἐπέστρεφαν πίσω λόγω τῶν δυσμενεστάτων συνθηκῶν διαβιώσεως καὶ τῶν ἀσθενειῶν. Οἱ Μακεδόνες ὅμως ἀντάρτες παρέμειναν ὅλοι τους στὶς ἐπάλξεις γιατί δὲν εἶχαν ποῦ νὰ πάνε καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ ἀφήσουν πίσω τους τὶς οἰκογένειές τους στὸ ἔλεος τῶν βουλγάρων κομιτατζήδων.
Τό πρόβλημα τῆς μέριμνας τῶν οἰκογενειῶν τῶν Μακεδόνων ἀνταρτῶν στήν περιοχή μας, ἀνέλαβε καί ἔλυσε, κατά τό δυνατόν, ὁ ἀείμνηστος γεραρός Μητροπολίτης τῆς Καστοριᾶς Γερμανός Καραβαγγέλης,

Ὁ Μητροπολίτης εἶχεν ιδρύσει στήν πόλη μας ταμεῖον περιθάλψεως τῶν Ἑλλήνων χωρικῶν, οἱ ὁποῖοι γιά νά σωθοῦν ἀπό τόν κίνδυνον τῶν βουλγάρων κομιτατζήδων κατέφευγαν στήν πόλη. Γιά τά παιδιά δέ τῶν θυμάτων τῆς βουλγαρικῆς θηριωδίας καί τῶν ἀγωνιζομένων βουλγαροφώνων Ἑλλήνων ἵδρυσε οἰκοτροφεῖο καί μίσθωσε ἰδιωτική οἰκία κοντά στήν Μητρόπολη. Ἐνδιαφερόμενος δέ γιά τήν μετεγκατάσταση αὐτοῦ, σέ καλύτερο κτήριο, πού νά πληροῖ τούς ὅρους καλύτερης λειτουργίας ἑνός τέτοιου φιλανθρωπικοῦ ἱδρύματος, ὅταν ἔμαθε ὅτι προσφέρεται πρός πώληση ἡ μεγάλη ἀρχοντική οἰκία Φράγκου ἀπό τούς κληρονόμους της, προσκάλεσε σέ συγκέντρωση ὅλους τούς εὐπόρους Καστοριανούς, τούς ἐκφώνησε ἕναν ἐνθουσιώδη λόγο καί πρότεινε τήν διενέργεια ἐράνου πρός συγκέντρωση χρημάτων γιά τήν αγορά τῆς οἰκίας αὐτής καί πέτυχε τήν ἄμεσο εἰσφορά 650 λιρῶν Τουρκίας, ἀπό τούς παρευρισκόμενους στήν συγκέντρωση Καστοριανούς, μέ τίς ὁποῖες ἀγοράσθηκε τό μεγάλο αὐτό κτήριο, τό ὁποῖο χρησιμοποιήθηκε ἀπό τό Κράτος ὡς ὀρφανοτροφεῖο γιά πάρα πολλά χρόνια καί μετά τήν ἀπελευθέρωση τῆς Μακεδονίας τό 1912.

Ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Καραβαγγέλης φρόντιζε ἐπίσης καί ἔστελνε στήν Ἀθήνα πολλά ἀπό τά παιδιά τῶν Μακεδονομάχων νά σπουδάσουν στά ἀνώτερα ἐκπαιδευτικά ἱδρύματα, μέ διάφορες ὑποτροφίες, καί τό κυριώτερο ἐπίτευμά του ἦταν νά ψηφισθεῖ νόμος, τά παιδιά τῶν μακεδονομάχων, νά εἰσάγονται καί φοιτοῦν στήν σχολή τῶν Εὐελπίδων χωρίς νά καταβάλουν δίδακτρα τά ὁποία ἀνέρχονταν τήν περίοδο ἐκείνη καί μετά, μέχρι τό τέλος τοῦ Β’ Π.Π., σέ ἀρκετά ὑψηλό ποσό. Ἔχουμε πολλούς Καστοριανούς γόνους Μακεδονομάχων πού φοίτησαν στήν Σ.Σ.Ε. καί ἔγιναν ἀξιωματικοί.

Γράφω πάρα πάνω ὅτι: «στά σώματα ἐπικρατοῦσε ἀπόλυτη πειθαρχία καί ὅλα δρούσαν σύμφωνα μέ τίς ὁδηγίες καί διαταγές τοῦ γενικοῦ ἀρχηγοῦ». Αύτός βέβαια ἦταν ὁ γενικός κανόνας πλήν ὅμως ὑπήρχαν καί διάφορες διαφορές καί ἀντιγνωμίες μεταξύ γενικοῦ ἀρχηγοῦ καί ἀρχηγῶν σωμάτων ὅπως ἐπίσης καί μεταξύ τῶν ἀρχηγῶν καί τῶν ὑπʹαὐτούς ὑπαρχηγῶν τους. Ὁ καπετάν Φιλώτας π.χ. δέν συμφωνοῦσε μέ τήν τακτική τοῦ ἀρχηγοῦ του καπετάν Μάλιου (ὑπολοχαγοῦ Στέφανου Δούκα) κατηγορώντας τον γιά ἀδράνεια στό νά κυνηγήσει τά βουλγαρικά σώματα μέ ἀποτέλεσμα νά ἀποχωρήσει ἀπό τό Σῶμα τοῦ καπετάν Μάλιου καί νά συγκροτήσει δικό του σῶμα, τό ὁποῖο ἀποτελοῦνταν ἐξ’ ὀλοκλήρου ἀπό Καστοριανά παιδιά. Μετά μάλιστα τήν τυπική λήξη τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγῶνα τό 1908, μέ τήν ἐπανάσταση τῶν Νεότουρκων, οἱ δύο ἀξιωματικοί συνέχισαν νά προβάλουν τίς διαφορές τους καί ἔφτασαν στό σημεῖο νά καλέσει ὁ ἕνας τόν ἄλλο σέ μονομαχία, ἡ ὁποία ἀπετράπη τήν τελευταῖα στιγμή ἀπό πιό σώφρονες συναδέλφους τους. 

Ὁ γενικός ἀρχηγὀς, καπετάν Βάρδας, σἐ ἄλλη περίπτωση, καταφέρονταν συνεχῶς κατά τῶν Καστοριανῶν, τοῦ Καραβαγγέλη καί τῆς τοπικῆς ἐπιτροπῆς τοῦ Ἀγῶνα, ὅτι δῆθεν δέν τηροῦσαν πλήρως τίς ὑποχρεώσεις τους, ἰδίως οίκονομικῆς φύσεως, ὅσον ἀφορᾶ τήν οἰκονομική ἐνίσχυση τῶν σωμάτων γιά τήν μισθοδοσία τῶν ἀνδρῶν τους, πράγμα τό ὁποῖο ἦταν ὐποχρέωση τοῦ κεντρικοῦ Κομιτάτου τῶν Ἀθηνῶν καί οὐχί τών τοπικῶν ἐπιτροπῶν τοῦ Ἀγῶνα. Αὐτό ἐξανάγκασε τόν καπετάν Φιλώτα, ὁ ὁποῖος δέν ἀνέχονταν νά κατηγοροῦνται οἱ συμπατριῶτες του, νά εἰσέλθει κρυφά στήν πόλη τῆς Καστοριᾶς μέ τά παληκάρια του γιά νά διευθετήσει τό ζήτημα μέ τόν Μητροπολίτη, πράγμα τό ὁποῖο ἦταν ἄκρως τολμηρό καί ἐπικίνδυνο.

Στούς αντάρτες πού ἐπάνδρωσαν τά ἀνταρτικά σώματα κατά τήν ἔνοπλο φάση τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγῶνα, ἡ Πολιτεία χορήγησε κλῆρο (κτήματα). Αὐτό, νομίζω, ὄτι πρέπει νά ἔγινε μετά τήν ἀνταλλαγή τῶν πληθυσμῶν καί τήν ἀπαλλοτρίωση ὀθωμανικῶν ἐκτάσεων.

Θά κλείσω τό κείμενό μου μέ μιά προσωπική μου ἐμπειρία. Ἀμέσως μετά τήν κατοχή τῆς χώρας μας κατά τόν Β’.Π.Π. ἄρχισε καί ἡ νέα ἐπιβουλή κατά τῆς Μακεδονίας. Στούς Βουλγάρους ἐπιδώθηκε ἡ Ἀνατολική Μακεδονία καί Θράκη (καθῶς καί τό νοτιότερο τμῆμα τοῦ Σερβικοῦ τότε Βασιλείου, τό τμήμα πού σήμερα ἀποτελεῖ τό κράτος τῆς FYROM), ἡ δέ Δυτική Μακεδονία ἦταν ὑπό Ἰταλικήν κατοχή. Οἱ Βούλγαροι ἀνέπτυξαν ἔντονη δραστηριότητα καί συγκρότησαν καί ἀνταρτικά σώματα ὑπό τόν περιβόητον Κάλτσεφ μέ σκοπό νά ἐνσωματώσουν τήν περιοχή μας στήν ἤδη κατεχόμενη ἀπό αὐτούς περιοχή τοῦ νύν κράτους τῶν Σκοπίων, ἡ ὁποία περιοχή, ὅπως ἀναφέρω, εἶχε προσαρτηθεῖ στό βασίλειο τῆς Βουλγαρίας. Ταυτόχρονα ἡ ἰταλική πολιτική ἀπέβλεπε στήν μελλοντική προσάρτηση τῆς Δυτ. Μακεδονίας στήν Ἀλβανία, ἡ ὁποία ἀποτελοῦσε ἤδη ἐπαρχία τῆς Ἰταλίας. Αἠτή ἦταν σέ γενικές γραμμές ἡ κατάσταση στήν περιοχή μας.

Ἀρχές τοῦ καλοκαιριοῦ τοῦ 1942 ὁ πατέρας μου πῆρε ἕνα μήνυμα ἀπό τίς φυλακές ὅτι τόν ζητοῦσε ἕνας κρατούμενος ἀπό τούς Ἰταλούς. Πῆγε καί εἶδε ὅτι ὁ κρατούμενος ὀνομάζονταν Ἰωάννης Ἀγγελόπουλος, δικηγόρος τῶν Ἀθηνῶν, ὁ ὁποῖος ὡς Μακεδονομάχος, στά νιάτα του, ἔλαβε κλῆρο καί εἶχε δέκα στρέματα στόν Ἅγιο Γερμανό στίς Πρέσπες. Μέ τήν πείνα τῆς κατοχῆς στήν Ἀθήνα τό 1941, πῆρε τήν ἀδελφή του τήν κυρία Ἀναστασία καί ἀνέβηκαν στόν Ἅγιο Γερμανό, στά κτήματά τους. Ἐκεί βρήκαν τό σπίτι τους λεηλατημένο καί κατεστραμμένο ἀπό τούς Βουλγάρους. Οἱ κάτοικοι στόν Ἅγιο Γερμανό ἦταν μισοί-μισοί, γηγενεῖς οἱ περισσότεροι βουλγαρόφρονες καί πρόσφυγες ποντιακής καταγωγής.

Οἱ Βούλγαροι πού δροῦσαν στήν περιοχή κατηγόρησαν τόν Ἀγγελόπουλο ὅτι ὁργανώνει ὁμᾶδες ἀντιστασιακές, καί οἱ Ἰταλοί τόν συνέλαβαν καί τόν ἔφεραν στίς φυλακές τῆς Καστοριᾶς. 

Ἐπειδή ἀπό τήν περίοδο τῆς νιότης του, ὄταν ἦταν Μακεδονομάχος ἤξερε ὅτι στήν Καστοριά ὑπῆρχε μιά οίκογένεια Πηχιών, ἀνακατωμένη στόν Ἀγῶνα, ἔστειλε τό μήνυμα στόν πατέρα μου, μή ἔχοντας ποῦ ἀλλοῦ νά ἀποτανθεῖ. Ἀπέδειξε στήν ἀνάκριση ὅτι ἡ κατηγορία ἦταν ψεύτικη καί τόν ἄφησαν ἐλεύθερο, ἀλλά τόν ἀπαγόρευσαν νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τήν Καστοριά. Τόν φιλοξενήσαμε στό σπίτι μας γιά ἀρκετό χρονικό διάστημα. Κατά τήν παραμονή του στό σπίτι μας εἶχε ἐπαφή καἰ ἐπικοινωνοῦσε μέ τούς δικούς ἀνθρώπους στόν Ἁ. Γερμανό. Ἔπεισε τόν πατέρα μου νά μέ ἀφήσει νά πάω στόν Ἅγ. Γερμανό νά κάνω παρέα τήν ἀδελφή του. Πράγματι μέ ἕνα παιδί δέκα πέντε περίπου ἐτῶν, ἐγώ τότε ἦμουν 12 χρονῶν, πού ἦλθε ἀπό τό χωριό νά φέρει ὁρισμένα πράγματα, ροῦχα καί τρόφιμα, στόν Ἀγγελόπουλο, καί ἕνα γαἱδουράκι, ξεκινήσαμε ἕνα πρωΐ, στίς ἐννέα ἡ ὥρα, τἐλη Αυγούστου, ἀρχές Σεπτεμβρίου καί φθάσαμε στό χωριό τά μεσάνυχτα. Τό πρῶτο βράδυ κοιμήθηκα στό σπίτι στό ὁποῖο φιλοξενοῦνταν ἡ κ. Ἀναστασία Ἀγγελοπούλου, ἡ ἀδελφή τοῦ πρώην Μακεδονομάχου, ἡ ὁποία πρέπει νά εἷχε περάσει ἤδη τά πενήντα χρόνια.

Ἐάν ὅντως ὁ ἀείμνηστος Ἰωάννης Ἀγγελόπουλος εἷχε ἀρχίσει νά συγκροτεῖ ἀντιστασιακή ὁμάδα στίς Πρέσπες ἤ ὄχι δέν τό γνωρίζω, γιατί ἦμουν μικρός τότε γιά νά μοῦ γνωστοποιούν τέτοια θέματα, πλήν ὅμως σέ ἐπόμενη φυλάκισή του ἀπό τούς Ἰταλούς, κατόπιν νέων κατηγοριῶν τῶν Βουλγάρων, οἱ Ἰταλοί πρέπει νά βρήκαν ἐνοχοποιητικά στοιχεῖα γιατί τόν ἐκτέλεσαν στόν τόπο ἐκτελέσεων, ἐκεῖ πού ἦταν ἀργότερα τά ΛΥΒ. Ἀπό τό προαύλιο τοῦ παλαιοῦ Γυμνασίου στήν Κουμπελίδικη, βλέπαμε, ὡς μαθητές, τίς ἐκτελέσεις.

Τό ἐπόμενο βράδυ ἀποφάσισε ἡ κ. Ἀναστασία νά πάμε νά κοιμηθοῦμε στό ὑπό ἀνακατασκευή σπίτι τους, τὁ ὁποῖο βρίσκονταν στά κτήματα τους ἐκτός τοῦ χωριοῦ. Ἔστρωσε στό πάτωμα ἕνα στρῶμα, ἔβαλε σινδόνια καί μαξιλάρια καί βλέπω ὄτι κάτω ἀπό τό δικό της μαξιλάρι βάζει καί ἕνα τσεκουράκι. Στήν ἐρώτησή μου «τί εἶναι αὐτό κ. Ἀναστασία;» μέ ἀπάντησε μέ μιά ἀπίθανη ἠρεμία καί ἀποφασιστηκότητα «ἄν ἔλθουν τίποτε Κατσαμπλιᾶδες παιδί μου, νά φᾶμε καί ἐμεῖς κανέναν».

Ἡ στάση καί τό φρόνημα τῆς κυρίας Ἀναστασίας μοῦ ἐντυπώθηκε τόσο βαθειά στήν μνήμη μου καί τό ἀναφέρω συχνά γιά νά τονίσω ὅτι ὅσο ὑπάρχουν Ἕλληνες μέ τό φρόνημα τῶν ἀδελφῶν Ἀγγελοπούλου, ὅσες καί ἄν εἶναι καί ὑπό οἰανδήποτε μορφή, οἱ συεχιζόμενες ἐπιβουλές κατά τῆς Μακεδονίας, δέν πρόκειται ποτέ νά εὐοδωθοῦν, γιατί πάντοτε θά ὑπάρχουν θεατοῖ καί ἀθέατοι ἀγωνιστές ὅπως καί ἀθέατες πτυχές τοῦ Ἀγῶνα.


Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 5 Οκτωβρίου 2017, αρ. φύλλου 904

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ