10.10.23

ΧΡΥΣΟΥΛΑΣ ΠΑΤΡΩΝΟΥ ΠΑΠΑΤΕΡΠΟΥ: Ο εχθρός της Επανάστασης


ΟΔΟΣ εφημερίδα της Καστοριάς


«Καλώς τους! Καλώς τους!». Έτσι προϋπαντούσε πάντοτε τους παραθεριστές που κατέλυαν στον ξενώνα του ο μπάρμπα-Μήτσος, είτε θαμώνες από παλιά, ή πρωτοεμφανιζόμενους. Ο μπάρμπα-Μήτσος δεν ήταν ακριβώς ιδιοκτήτης του μικρού, θερινού καταλύματος, της «Δροσιάς»· σε κάποιον μακρινό συγγενή του ανήκε. Εκείνος όμως, απασχολημένος με άλλες, πιο επείγουσες δουλειές, είχε αναθέσει εδώ και χρόνια τη διαχείρισή του στον έμπιστο και μειλίχιο ξάδελφο. Και ο ξενώνας λειτουργούσε στην εντέλεια. Δίπλα ακριβώς στη θάλασσα, σε λουτρόπολη με ιαματικά νερά, γέμιζε κάθε καλοκαίρι από σταθερούς συνήθως, πελάτες. Οι περισσότεροι, μιας κάποιας ηλικίας, γνωστοί ήδη μεταξύ τους από προηγούμενα καλοκαίρια, περνούσαν τον ελεύθερο χρόνο τους στην πίσω σκιερή αυλή του ξενώνα, παίζοντας χαρτιά, συζητώντας και διαβάζοντας τις πρωινές εφημερίδες. Ανάμεσα στους σταθερούς ενοίκους, μια οικογένεια με μικρά παιδιά, εκεί, γύρω στην προσχολική ηλικία. Ο μπάρμπα-Μήτσος τους είχε εξηγήσει από την αρχή, ότι ναι μεν θα μπορούσε να τους φιλοξενήσει, αλλά θα έπρεπε να σεβαστούν τους κανόνες λειτουργίας του σπιτιού: απόλυτη σιωπή τις ώρες της κοινής ησυχίας και όχι παιχνίδια σαματατζίδικα μέσα στο κτήριο, ούτε ζημιές στον κήπο. Οι όροι αυστηροί. Λόγω της ευνοϊκής θέσης, ωστόσο, του κτίσματος και των σχετικών για την εποχή εκείνη ανέσεων, έγιναν δεκτοί, χωρίς καμιά διαμαρτυρία. Ο ξενώνας διέθετε ειδική αίθουσα για πρωινό κι ένα τεράστιο ψυγείο, όπου μπορούσαν οι ένοικοι να τοποθετούν φρούτα και αναψυκτικά. Τα παιδιά όλη μέρα στη θάλασσα, πότε κολυμπώντας, πότε παίζοντας μεταξύ τους, οπότε δεν έλειπαν και οι τσακωμοί. Στην παραλία βέβαια, δεν ίσχυαν οι κανόνες του μπάρμπα-Μήτσου. Έτσι, ήταν όλοι ευχαριστημένοι. Τα παιδιά δίδυμα, αγόρι και κορίτσι, είχαν γίνει οι μασκότ, τόσο των ενοίκων όσο και του προσωπικού, δηλαδή της κυρα-Κατίνας, που είχε τη γενική επίβλεψη στην αίθουσα της τραπεζαρίας και της καμαριέρας, της Μαγδαληνής. Πρόθυμα, πήγαιναν στο κοντινό περίπτερο για να φέρουν τις εφημερίδες στους κυρίους ή τα παγωμένα αναψυκτικά στις κυρίες που είχαν στρωθεί στα χαρτιά και δεν ήθελαν να σηκωθούν ούτε στιγμή. Προσεκτικά, να μην χύσουν νερό στα απαστράπτοντα σανίδια της τραπεζαρίας, ή στο καθημε ρινά απολυμασμένο ψυγείο.

Ήρθε κάποια μέρα κι ένα νεαρό ζευγάρι και ζήτησε να του δώσουν ένα δωμάτιο με θέα στην θάλασσα. Ο μπάρμπα-Μήτσος τους εξήγησε, ότι κενό δωμάτιο όπως το ήθελαν δεν υπήρχε, θα μπορούσε, όμως να τους παραχωρήσει ένα στην πίσω μεριά που έβγαζε στον κήπο. Παρά τη δυσαρέσκεια που εξέφρασε η νέα γυναίκα, δέχτηκαν τελικά, αφού τους υποσχέθηκε, ότι θα τους τακτοποιούσε όπως ήθελαν, μόλις άδειαζε σε τρεις μέρες κάποιο μπροστά. Τότε άρχισαν τα προβλήματα για όλους τους ενοίκους: το νεαρό ζευγάρι δεν υπολόγιζε ώρες κοινής ησυχίας. Φωνασκούσε και χαχάνιζε στις πιο ακατάλληλες ώρες. Οι άλλοι, οι παλιότεροι ένοικοι, διαμαρτυρήθηκαν στον μπάρμπα-Μήτσο· ζητούσε κατανόηση αυτός και τους παρακαλούσε να κάνουν λίγες μέρες υπομονή. Όλα θα διορθώνονταν. Εκείνο το σούρουπο, κι ενώ η ζέστη ήταν αφόρητη, μπήκαν τα παιδιά στην τραπεζαρία για να πάρουν δυο μπουκάλια νερό και να τα πάνε στον κήπο, στις κυρίες. Μπαίνει μέσα την ίδια ώρα η νεαρή ένοικος, ανοίγει το ψυγείο και βγάζει από μέσα ένα πελώριο καρπούζι. Μια αδέξια κίνηση, και το καρπούζι σκάει στα σανίδια. Γεμίζει όλος ο τόπος κόκκινα υγρά και μαύρα σπόρια. «Πιτσιρίκια, τρέξτε να φωνάξετε την καθαρίστρια να τα μαζέψει!», πετάει ατάραχη και κατευθύνεται προς την πόρτα. «Τέτοια ώρα η κυρα-Κατίνα έχει σχολάσει και η Μαγδαληνή πήγε στα παιδιά της. Να πάρεις τη μάπα από την αποθήκη και να τα καθαρίσεις μόνη σου», της αντιγυρίζει οργισμένα ο πιτσιρίκος και με το μπουκάλι στο χέρι ξεκινάει για την έξοδο προς τον κήπο μαζί με την προπορευόμενη αδελφή του. Ανάστατο όλο το κτήριο. Η νέα γυναίκα φωνασκεί και, όταν ο μπάρμπα-Μήτσος προστρέχει να βοηθήσει, ξεσπάει επάνω του. Την επόμενη μέρα το ζεύγος αναχωρεί χωρίς καν να πληρώσει τον λογαριασμό. Έρχεται δε ένας αστυνομικός και ζητά από τον υπεύθυνο του ξενώνα να τον ακολουθήσει στο αστυνομικό τμήμα. Ο ξενώνας δεν έκλεισε. Βρέθηκε κάποιος αντικαταστάτης για όσο καιρό θα έλειπε ο κακόμοιρος, ο καλοκάγαθος μπάρμπα-Μήτσος. Κανένας δεν ήξερε πού πήγε και τι του συνέβαινε. Η οικογένεια με τα πιτσιρίκια δεν πήγε την επόμενη χρονιά στο ίδιο θέρετρο.

Δύο χρόνια αργότερα, σε μια πρωινή εφημερίδα, είδε ο πιτσιρίκος μας τη φωτογραφία του νεαρού άντρα της «Δροσιάς». Πήγαινε ήδη σχολείο και διάβασε: ένας από τους πιο σκληρούς βασανιστές της ΕΑΤ-ΕΣΑ. Ρώτησε τότε τον πατέρα του κι εκείνος του εξήγησε, ότι ο μπάρμπα-Μήτσος φυλακίστηκε σαν εχθρός της Επανάστασης, επειδή αρνήθηκε να τιμωρήσει τα μικρά παιδιά για τη «γλώσσα που έβγαλαν στην κυρία!».

Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 18 Μαΐου 2023, αρ. φύλλου 1175.


2 σχόλια:

  1. Νίκος Καραμανίδης [fb]10/10/23

    Πάντα και σε ώρες μελέτης και εργασίας, υπάρχει το ενδιαφέρον για ότι αξιόλογο και συναρπαστικό. Αγαπητή κυρία Χρυσούλα έρρωσθε και δημιουργείτε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ