29.11.17

Ριζοσπάστης: Τα ρουγκατσάρια



Ο λαός δημιουργεί την παράδοση


«Χριστούγεννα, πρωτούγεννα, πρώτη γιορτή του χρόνου...». Στίχος βγαλμένος από τη λαϊκή θυμοσοφία, που το περιεχόμενό του είναι δεμένο με τη ζωή των απλών ανθρώπων του μόχθου. Αυτών που τα έθιμα από τα βάθη των αιώνων ζυμώνονται με τις έγνοιες τους αλλά και την ελπίδα για καλύτερες μέρες, που θέλουν να τις συνοδεύουν με ξεκούραση και γλέντι.

Έτσι, η λαογραφία μας κατέγραψε λέξεις όπως «κόλιαντα», «σούρβα», «ρουγκατσάρια», «τζιόπκες» μεταφέρονται από στόμα σε στόμα ως τις μέρες μας αν και ανήκουν πια σε μιαν άλλη εποχή. Λέξεις, θαρρείς, από άλλη γλώσσα. Μα σε όποια άλλη γλώσσα και να ψάξεις δεν πρόκειται να τις βρεις, αφού είναι βαθιά ελληνικές. Μα και στα λεξικά δύσκολα θα τις συναντήσεις. Γιατί τούτες οι λέξεις και πλήθος όμοιές τους ανήκουν πια σε μια άλλη Ελλάδα που η εποχή της πέρασε ανεπιστρεπτί.

Τότε που τα χωριά της Ελλάδας έσφυζαν από ζωή και οι άνθρωποί της περίμεναν το Δεκέμβρη και το Γενάρη για να ξαποστάσουν και ν' ακούσουν τις λέξεις αυτές να πλανιούνται στα σοκάκια από τα παιδικά χείλη τραγουδώντας τα κάλαντα. Τούτα τα έθιμα θυμίζουμε σήμερα και τις παραδόσεις του λαού μας, με την πεποίθηση πως αυτός είναι, που θα φέρει τις καλύτερες μέρες σαν τα έθιμα που δημιούργησε.

Τα ρουγκατσάρια

Ακόμη ένα πρωτοχρονιάτικο έθιμο που κρατά από την αρχαιότητα είναι τα ρουγκατσάρια της Μακεδονίας, κάτι σαν τα αποκριάτικα καρναβάλια, που παλιά γίνονταν την Πρωτοχρονιά και όχι τις Απόκριες.

Εδώ αξίζει να σημειωθεί πως οι Ρώσοι, μέχρι και σήμερα, ενώ δε γνωρίζουν την Αποκριά, ωστόσο μασκαρεύονται για να γιορτάσουν την Πρωτοχρονιά. Τα δε ρουγκατσάρια συνέπιπταν χρονικά με τα αρχαία «μικρά Διονύσια», τα Διονύσια των αγρών και πρέπει να θεωρούνται μετεξέλιξή τους. Για την ετυμολογία της λέξης υπάρχουν δύο εκδοχές.

Η πρώτη παραπέμπει στο λατινικό ρήμα «ρόγκο» που σημαίνει ζητώ, με την έννοια πως απαιτώ ανταμοιβή του κόπου μου. Η σχέση του με τα ρουγκατσάρια είναι ότι οι μασκαρεμένοι γυρνούσαν στα σπίτια του χωριού και τραγουδώντας μάζευαν χρήματα και άλλα δώρα.

Η δεύτερη εκδοχή παραπέμπει στη σλαβική λέξη «ρογκ» που σημαίνει κέρατο. Οι μασκαρεμένοι, εκτός από τις προσωπίδες, φορούσαν και κέρατα ζώων και ιδιαίτερα κριαριών.

Στα χωριά της Μακεδονίας, λοιπόν, το κεντρικό πρόσωπο της τελετής ήταν ο ρουγκατσιάρης, που έπρεπε να είναι κατάμαυρος στα χέρια και στο πρόσωπο και να φορά κουρέλια, μια τεχνητή καμπούρα και μεγάλα κουδούνια.

Στα πισινά του κρεμούσαν ένα σκόρδο και μπροστά ένα φαλλικό σύμβολο. Μπροστά του είχε κρεμασμένη μια σακούλα γεμάτη στάχτη που τη σκορπούσε για να ανοίγει δρόμο. Αλλα συμβολικά πρόσωπα ήταν η «νύφη» (συνήθως ένα αγόρι που το έντυναν με γυναικεία ρούχα), τρεις «καπεταναραίοι» με φουστανέλες, ο «γιατρός» κ.ά.

Εφημερίδα Ριζοσπάστης


Αναδημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 19 Ιανουαρίου 2017, αρ. φύλλου 869


Σχετικά:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ